Και ακριβώς το γενικό αντιμνημονιακό πρόσημο είναι αυτό που διαχέεται στο εσωτερικό των δύο κομματικών δομών. Διάφοροι αναλυτές, με αφορμή την συγκρότηση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ‘Ανεξάρτητων Ελλήνων’, αναφέρονται στην ανάδυση ενός προσίδιου εθνικολαϊκισμού, ο οποίος πλέον διαπερνά τον λόγο και την πρακτική των δύο κομμάτων.
Όμως, η χρήση του μεθοδολογικού σχήματος του εθνικολαϊκισμού για την ανάλυση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που διέπουν την κυβερνητική συμμαχία, δεν βοηθά στο να καταδειχθούν οι «άμεσες» αντιμνημονιακές ρήξεις και ταυτίσεις, που αφενός μεν συγκροτούνται στη βάση μίας κυβερνητικής πλέον αφήγησης, αφετέρου δε επηρεάζουν την ιδεολογία της διαμορφωθείσας κοινωνικής συμμαχίας που ανέδειξε τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς σε ‘κυρίαρχο’ κόμμα. Μετά την εκλογική αναμέτρηση της 25ης Ιανουαρίου, ο πρόεδρος του κόμματος Πάνος Καμμένος αναλαμβάνει την θέση του υπουργού Εθνικής Άμυνας.
Από την θέση αυτή ουσιαστικά εκδιπλώνει το ιδεολογικό «οπλοστάσιο» του κόμματος του. Με αυτόν τον τρόπο φορτίζονται οι ιδεολογικές προσλαμβάνουσες του κόμματος των ‘Ανεξάρτητων Ελλήνων’. Εντός του πλαισίου και του πεδίου διαπραγματευτικής δραστηριοποίησης του κυβερνητικού Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς ανακύπτουν ζητήματα που προσιδιάζουν στην σύνολη προγραμματική και ιδεολογική σκευή των ‘Ανεξάρτητων Ελλήνων’: η απλοϊκή και επιφανειακή ερμηνεία του κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι, οι λεκτικές-επικοινωνιακές πομφόλυγες που καταδεικνύουν αφενός μεν μία κενότητα προγραμματικού λόγου, αφετέρου δε το ίδιο το πλαίσιο της συγκροτησιακής ταυτότητας της κομματικής συσσωμάτωσης, η διατύπωση ενός εθνικιστικού επιθετικού πολιτικού λόγου.
Σε αυτή την κατεύθυνση, είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις του Πάνου Καμμένου κατά την διάρκεια της επίσημης επίσκεψης του στην Κύπρο: από εκεί δήλωσε πως η ελληνική στρατιωτική δύναμη που εδρεύει στο νησί (ΕΛΔΥΚ: Ελληνική Δύναμη Κύπρου), είναι δύναμη επιθετική, ικανή να επιβάλλει τα εθνικά «δίκαια». Η ανάληψη του υπουργείου Εθνικής Άμυνας από τον πρόεδρο των Ανεξάρτητων Ελλήνων οδηγεί στη σταδιακή ανάδυση ενός περιώνυμου πολιτικού καισαρισμού: ο υπουργός Εθνικής Άμυνας ως «φορέας» των πολιτικών και των συμβολισμών του υπουργείου, «συμβολοποιεί» και εκφράζει το εθνικό συμφέρον ενάντια στην επιβουλή των ξένων ‘τοκογλύφων’. Ο πολιτικός καισαρισμός επηρεάζει συνολικά το κόμμα των ‘Ανεξάρτητων Ελλήνων’, επικεντρώνοντας στο πρόσωπο του προέδρου όχι απλά ως φορέα κομματικής ενότητας, αλλά και ως φορέα αμυντικής-«εθνικής» ενότητας.
Στο πεδίο της κυβερνητικής δράσης, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας καλεί σε συνεκμετάλλευση (από κοινού με τις ΗΠΑ), των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων του Αιγαίου. Η τύποις «αφέλεια» της πρότασης υποκρύπτει την κοινωνική της «διάσταση», ήτοι την απεύθυνση σε ξένους μονοπωλιακούς ομίλους καθώς και σε μερίδες του εγχώριου άρχοντος αστικού συγκροτήματος εξουσίας που θα ευνοηθούν από μία τέτοια «κίνηση». Η κυβερνητική δράση των ‘Ανεξάρτητων Ελλήνων’ είναι έντονη, επιδιώκοντας τον (συν) καθορισμό του περιεχομένου των ασκούμενων κυβερνητικών πολιτικών.
Το κόμμα των Άνεξάρτητων Ελλήνων’, ως κατεξοχήν κόμμα της «κρισιακής» περιόδου, «εδαφικοποιείται» πλέον στο κυβερνητικό πεδίο. Η συγκεκριμένη κυβερνητική γείωση που εντάσσει και ενσωματώνει αντιμνημονιακά χαρακτηριστικά δράσης τέμνει το διαιρετικό σχήμα Δεξιά-Αριστερά όχι στην κατεύθυνση της άρσης των θεμελιωδών προγραμματικών-ιδεολογικών διαφορών, αλλά στην κατεύθυνση της σύμπραξης στο κυβερνητικό επίπεδο, μία σύμπραξη που επιδιώκει την γείωση της στο έκτακτο κοινωνικό «περιβάλλον» της βαθιάς οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης.
Οι ‘Ανεξάρτητοι Έλληνες’ πλέον θα κριθούν ως κόμμα της κυβερνητικής «δεξιάς», ως κόμμα που επιδιώκει να επηρεάσει τις ασκούμενες κυβερνητικές πολιτικές. Η προσίδια αντιμνημονιακή τους συγκρότηση μετασχηματίζεται σε οιονεί κυβερνητική. Από αυτή την άποψη προστίθενται πλέον στη δεξιά κυβερνητική κλίμακα, ακολουθώντας το αντίστοιχο κυβερνητικό υπόδειγμα του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού (ΛΑΟΣ). Το κόμμα θα κινηθεί με γνώμονα την λειτουργία του ως πολιτικός ‘μπαλαντέρ’ στο εσωτερικό της κυβέρνησης.