Η νίκη της Άντα Κολάου και του συνδυασμού της Barcelona en comu (Βαρκελώνη από κοινού) στις δημοτικές εκλογές της Βαρκελώνης την περασμένη Κυριακή, καταδεικνύει τις εγκάρσιες τομές που δύναται να χαράξει η από τα κάτω συγκρότηση κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών. Η υποψηφιότητα της υπήρξε αποτέλεσμα των προσίδιων κινηματικών διεργασιών που λαμβάνουν χώρα τα τελευταία χρόνια στην Βαρκελώνη (και ευρύτερα στην Ισπανία), ενώ η εκλογική της νίκη σηματοδοτεί την αποκρυστάλλωση αυτών των κινηματικών διεργασιών στο τοπικό-εκλογικό επίπεδο. Στη Βαρκελώνη επετεύχθη κάτι πολύ σημαντικό: η συγκρότηση μίας τοπικής κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας που επιδιώκει να εκφράσει τα συμφέροντα του λαϊκού-εργατικού μπλοκ.
Στην Ισπανία της βαθιάς οικονομικής κρίσης κορυφώνονται οι από τα κάτω συγκροτημένες κινηματικές πράξεις που δεν στοιχίζονται απλώς αλλά πολλές φορές παρακάμπτουν τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα και τα εργατικά συνδικάτα. Άλλωστε, και το Podemos (΄Μπορούμε') αποτελεί μία πολιτική κίνηση που διαμορφώθηκε όχι στο τεχνικό πολιτικό εργαστήριο των 'από τα πάνω ζυμώσεων και συμπράξεων, αλλά στο πεδίο του κοινωνικού, ήτοι στο πεδίο που διαμορφώνονται οι ρηγματώσεις που αφήνει πίσω της η δράση κοινωνικών κινημάτων.
Χωρίς να γνωρίζουμε την πολιτική κατεύθυνση που θα λάβει το Podemos, θα λέγαμε πως η δημιουργία τους άπτεται ευρύτερων κοινωνικών αναφορών και εξελίξεων. Με άλλα λόγια διατυπωμένο, το Podemos αποτέλεσε την πολιτική αντανάκλαση συγκεκριμένων και φορτισμένων κοινωνικών διεργασιών: 1. Του κινήματος των Ισπανών ‘Αγανακτισμένων’ που προσέλαβε άμεσα και μαζικά χαρακτηριστικά τον Μάιο του 2011, και, 2. των διάφορων κινημάτων που αναπτύχθηκαν εντός του πλαισίου εκδίπλωσης των «ροών» της βαθιάς οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης. Ενδεικτικά να αναφέρουμε την δράση του κινήματος για την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της υγείας, καθώς και την ιδιαίτερα σημαντική δραστηριοποίηση του κινήματος κατά των εξώσεων. Στη συγκεκριμένη κινηματική δομή δραστηριοποιήθηκε με έντονο τρόπο η νεοεκλεγμένη δήμαρχος της Βαρκελώνης.
Στην χώρα της Ιβηρικής, οι πολιτικές δημοσιονομικής πειθαρχίας και σκληρής λιτότητας που εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται τείνουν σε μία δομική πολιτική μεταβολή: την απομείωση της κοινωνικής δυναμικής και της πολιτικής ισχύος των δύο παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας: του κυβερνώντος Λαϊκού κόμματος (Partido Popular), και του αντιπολιτευόμενου Σοσιαλιστικού κόμματος (Partido Socialista Obrero Espanol).
Η συγκεκριμένη απομείωση οφείλεται στο ότι οι πολιτικές λιτότητας που υιοθετήθηκαν και εφαρμόστηκαν μετέβαλλαν επί τα χείρω την κοινωνική θέση του μπλοκ των λαϊκών-καταπιεσμένων τάξεων. Ο κυβερνητικός ρόλος των δύο κομμάτων κατά την διάρκεια της οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης υπήρξε σταθεροποιητικός για την θέση του αστικού συγκροτήματος εξουσίας εντός του Ισπανικού κοινωνικού σχηματισμού. Πραγματικά αυτές οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν υπό την επίκληση του δημόσιου-εθνικού συμφέροντος δεν υπήρξαν ουδέτερες και στενά οικονομικές και δημοσιονομικές. Αντιθέτως, θα λέγαμε πως έτειναν στη διαμόρφωση και αποκρυστάλλωση μίας νέας κοινωνικής σχέσης: αυτή η νέα κρισιακή κοινωνική σχέση προσδιορίζεται από την υλική ενίσχυση και την αυξανόμενη κοινωνική ισχύ που απολαμβάνει το άρχον αστικό συγκρότημα εξουσίας. Εντός αυτής της νέας κοινωνικής σχέσης το μπλοκ των λαϊκών τάξεων χάνει την ισχύ και την κοινωνική δυναμική του, καθότι απεδαφικοποιούνται οι υλικοί όροι που είναι απαραίτητοι για την κοινωνική του αναπαραγωγή.
Και η λαϊκή θα μπορούσαμε να πούμε Ισπανία βιώνει με έντονο τρόπο τις ωδίνες της ταξικής διαχείρισης των «ροών» της οικονομικής κρίσης. Αυτές οι «ροές» δεν κυλούν αβίαστα στο «σώμα» της εθνικής οικονομίας, δεν σχετίζονται μόνο με τις απλές χρηματικές ανταλλαγές και συναλλαγές, αλλά συμβάλλουν στη δομική μεταβολή της κοινωνικής ολότητας. Με αυτόν τον τρόπο επηρεάζουν την κίνηση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Οι υλικοί και πραγματικοί όροι αντιμετώπισης και διαχείρισης της βαθιάς οικονομικής κρίσης αναδιαμορφώνουν το πλαίσιο της σχεσιακής κοινωνικής ολότητας: πλέον, οι σχέσεις μεταξύ αντιτιθέμενων κοινωνικών τάξεων φιλτράρονται και διαμεσολαβούνται με όρους κοινωνικού χάσματος και ισχύος. Κοινωνικού χάσματος διότι διευρύνεται η υλική και εισοδηματική τους απόσταση και ισχύος διότι ακριβώς η αυξανόμενη κοινωνική ισχύος συνεπάγεται μεγαλύτερες δυνατότητες πολιτικής παρέμβασης.
Τώρα, η υποψηφιότητα της Άντα Κολάου συγκεντρώνει παρόμοια χαρακτηριστικά με την υποψηφιότητα του Κώστα Κουλουρίδη στο δήμο της Χαλκίδας (δημοτικές & περιφερειακές εκλογές Μαΐου 2014). Ο συνδυασμός της Κινητοποίησης συγκροτήθηκε άμεσα και αδιαμεσολάβητα, προσδοκώντας κύρια στη συμμετοχή του εργατικού μπλοκ της περιοχής. Κάτι που κατέστη εφικτό, μεταβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο τους όρους διεξαγωγής του πολιτικού-εκλογικού παιγνίου.
Μία τέτοια υποψηφιότητα αντιτίθεται άμεσα και πολιτικά στη νέα μνημονιακή κανονικότητα που συγκροτείται ακριβώς με όρους πολιτικής ετερότητας: αυτό σημαίνει πως η μνημονιακή κανονικότητα στηρίζεται στο έδαφος της παραβίασης βασικών κανονιστικών και καταστατικών νορμών του Συντάγματος. Εδώ έχουμε το παράδοξο της παραβίασης βασικών συνταγματικών κανόνων που ρυθμίζουν το πλαίσιο της πολιτειακής και κρατικής οργάνωσης. Η αναγκαιότητα διαχείρισης της κρίσης μεταβάλλει τα δεδομένα.
Έτσι, η πολιτική αυτή ετερότητα εντάσσεται απευθείας στο πλαίσιο της κρατικής-εκτελεστικής εξουσίας, ήτοι στο πλαίσιο εκείνο που προσομοιάζει στην στρατηγική διαχείριση της οικονομικής κρίσης. Μπορούμε να αναφερθούμε σε χάσματα του νόμου, για τα οποία ο Νίκος Πουλαντζάς έκανε μίας εξαιρετικής σημασίας ανάλυση: «Το Κράτος ενεργεί συχνά παραβιάζοντας το νόμο-κανόνα που το ίδιο έχει θεσπίσει, όχι μόνο δρώντας παράπλευρα σ’ αυτόν το νόμο, αλλά κι ενάντια του. Κάθε νομικό σύστημα επιτρέπει, στο πλαίσιο της συλλογιστικής του και ως μεταβλητή του κανόνα του παιχνιδιού που οργανώνει, τη μη τήρηση από το Κράτος-εξουσία του ίδιου του νόμου. Αυτό ονομάζεται raison d’Etat, λόγος του κρατικού συμφέροντος, που σημαίνει στην κυριολεξία όχι απλώς ότι η νομιμότητα αντισταθμίζεται πάντοτε με ‘επικουρικά’ παρανομίας, αλλά ότι η παρανομία του Κράτους εντάσσεται πάντοτε στη νομιμότητα που θεσπίζει…». Η οργάνωση του εργατικού μπλοκ της Χαλκίδας μέσω του συνδυασμού της Κινητοποίησης στρέφεται ενάντια στη νέα κρατική-Μνημονιακή κανονικότητα, η οποία διαμορφώνεται αξιοποιώντας τα φορτισμένα χάσματα του νόμου.
Η αποτίμηση της υποψηφιότητας του Κώστα Κουλουρίδη πρέπει να γίνει ποιοτικά και όχι ποσοτικά. Το μικρό ποσοστό που έλαβε δεν ακυρώνει την επιδίωξη οργάνωσης και ρύθμισης των τοπικών λαϊκών-εργατικών συμφερόντων. Άλλωστε, η υποψηφιότητα του έτυχε της υποστήριξης και του Εργατικού Κέντρου της Χαλκίδας, κάτι που διαμόρφωσε τους όρους και τις προϋποθέσεις για την άμεση και πολιτική επαφή και ώσμωση εργαζομένων και Εργατικού Κέντρου. Το Εργατικό Κέντρο ενίσχυσε τα εργατικά χαρακτηριστικά της υποψηφιότητας και του ψηφοδελτίου που συγκροτήθηκε.
Ο συνδυασμός της Κινητοποίησης επεδίωξε να προσδώσει ευρύτερα χαρακτηριστικά στο τοπικό μικροεπίπεδο, συγκροτούμενος στη βάση γενικότερων αντιμνημονιακών προταγμάτων. Ο συγκεκριμένος συνδυασμός έριξε τον κοινωνικό και πολιτικό σπόρο, αποτελώντας ένα 'κρισιακό' υπόδειγμα για το πως οφείλουν να δομούνται οι πολιτικές συμμαχίες στο τοπικό επίπεδο. Η δόμηση τέτοιων συμμαχιών αντανακλάται στο κεντρικό πολιτικό πεδίο. Αυτές οι δύο υποψηφιότητες δείχνουν στο μέλλον.