Η συμφωνία-μνημόνιο της 12ης Ιουλίου 2015 ορίζεται και προσδιορίζεται ως τομή η οποία και μεταβάλλει το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, την ίδια την προσίδια 'κίνηση' του κομματικού συστήματος. Η διαιρετική τομή μνημόνιο-αντιμνημόνιο, η οποία απετέλεσε μία σταθερά του κομματικού συστήματος την τελευταία 'κρισιακή' εξαετία, ,μετασχηματίζεται σε μία πάγια 'πάγια' μνημονιακή κοινωνική και πολιτική κανονικότητα, μία εξόχως 'κρισιακή' κανονικότητα που αφενός μεν αποτελεί τον οδηγό δράσης συγκεκριμένων πολιτικών κομμάτων, αφετέρου δε μεταλλάσσει και επηρεάζει βαθιά τα προτάγματα και τα επίδικα σε επίπεδο διακυβέρνησης. Πραγματικά, η συμφωνία-τομή της 12ης Ιουλίου, καθώς και η ψήφιση των προαπαιτούμενων μέτρων από τη Βουλή, παγιώνουν, στο πεδίο του κοινωνικού, μία ιστορικά δεδομένη και προσδιορισμένη 'αστική' κυριαρχία.
Σε αυτό το πλαίσιο, το εύρος της συγκεκριμένης κυριαρχίας 'διευρύνεται', συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην ανάδυση και αποκρυστάλλωση ενός ιστορικοπολιτικού 'χάσματος' (μεταξύ αστικού-κοινωνικού μπλοκ και του μπλοκ των κυριαρχούμενων τάξεων) που συγκροτείται υπό τους όρους της κατίσχυσης του άρχοντος αστικού συγκροτήματος εξουσίας. Το συγκεκριμένο και δεδομένο ιστορικοπολιτικό χάσμα περικλείει και ενσωματώνει μία έντονη ταξική 'υλικότητα', αποτυπώνει έναν δεδομένο και άνισα κατανεμημένο ταξικό συσχετισμό δύναμης, προκαλεί δομικές μετατοπίσεις στο ίδιο το εσωτερικό των κοινωνικών τάξεων, ενώ, την ίδια στιγμή, προκαλεί αλλαγές προς την κατεύθυνση συγκρότησης νέων κοινωνικών συμμαχιών.
Αν η συμφωνία-μνημόνιο της 12ης Ιουλίου προσδιορίζει μία ιστορική 'παραδοξότητα' η οποία και έγκειται στη συνέχιση από ένα αριστερό κόμμα, (και μάλιστα σε κυβερνητικό επίπεδο), της αναδιανομής πλούτου από τα 'κάτω' προς τα 'άνω', τότε θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως αίρεται στην πράξη ένας αριστερός-ευρωπαϊκός βολονταρισμός, που θεωρούσε πως η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση (και η Οικονομική και Νομισματική Ένωση) αποτελούν έναν τύποις ενιαίο χώρο πολιτικής συμπύκνωσης και πεδίο δράσης που θα οδηγούσε σε αλλαγές προς φιλολαϊκή κατεύθυνση.
Αντιθέτως, θα λέγαμε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ένα δεδομένο 'πεδίο' συσσώρευσης και έκφρασης μίας δοσμένης κοινωνικής-ταξικής 'υλικότητας', η οποία και 'γεμίζει' τα κοινωνικά διάκενα που αφήνουν πίσω τους εθνικές κυβερνητικές πρωτοβουλίες έστω και μικρής ενίσχυσης του μπλοκ των λαϊκών-καταπιεσμένων τάξεων. Το δόγμα της σκληρής λιτότητας και της αέναης δημοσιονομικής πειθαρχίας μετασχηματίζονται στο βασικό job description, σε θεμελιώδες εγχειρίδιο δράσης και και στρατηγικής το οποίο και 'επικαλύπτει' τις εθνικές κυβερνητικές δομές.
Αν ένας ιδιότυπος 'αυταρχικός κρατισμός' απετέλεσε ίδιον χαρακτηριστικό της κρίσης και της διαχείρισης της εν Ελλάδι, τότε ένας ευρωπαϊκός-υπερεθνικός αυταρχισμός 'κανονικοποιεί' και 'αυστηροποιεί' συνάμα την οικονομική λιτότητα, συμβάλλοντας έτσι στη μετατροπή της λιτότητας σε κυβερνητικό (προγραμματικό) 'πηδαλιούχο' των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Η οικονομική λιτότητα προσομοιάζει στην πολιτική και ιδεολογική λιτότητα του περιορισμού του χώρου δράσης και παρέμβασης του μπλοκ των λαϊκών-κυριαρχούμενων τάξεων στην Ευρώπη. Ένας 'τεχνοκρατικός αντιλαϊκισμός' της 'ενάρετης' οικονομικά διακυβέρνησης απλώνεται παντού στην Ευρώπη.
Τώρα, η συμφωνία της 12ης Ιουλίου αλλάζει δραματικά τον ίδιο τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η δόμηση ενός νέου και πολιτικά 'αντιμνημονιακού' κόμματος που θα προέρχεται από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ τείνει να διαμορφώσει μία 'νέα' αφήγηση η οποία και θα στηρίζεται κύρια στην καταδίκη του κυβερνητικού και 'μνημονιακού' πλέον ΣΥΡΙΖΑ. Η επονομαζόμενη 'Λαϊκή Ενότητα' υπό τον Παναγιώτη Λαφαζάνη θα επιδιώξει να εκφράσει πολιτικά την 'ταξικότητα του ΄Όχι', έτσι όπως αναδείχθηκε στο ιστορικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Από την άλλη πλευρά, η αναγκαιότητα εφαρμογής του τρίτου μνημονίου ωθεί τον πρωθυπουργό στην αναζήτησης μίας 'νέας' πολιτικής-προγραμματικής αφήγησης.
Πλέον, είναι δεδομένο πως θα μεταβληθούν τα λαϊκά χαρακτηριστικά της κοινωνικής συμμαχίας που ανέδειξε πολιτικά και εκλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτή την κατεύθυνση είναι πιθανή η ανάδυση και η αποκρυστάλλωση ενός περισσότερο κοινωνικά πολυσυλλεκτικού κόμματος, το οποίο και θα ενσωματώνει στο χώρο δράσης και ιδεολογικής σκευής του 'μερίδες' του αστικού συγκροτήματος εξουσίας.
Η μορφή πολιτικό κόμμα δεν συμπυκνώνει και δεν 'εργαλειοποιεί' απλώς την εμπροσθοβαρή 'κίνηση' μίας κοινωνικής τάξης (ή κοινωνικών τάξεων και μερίδων τάξεων). Αναδιατάσσει ευρύτερα το εύρος των κοινωνικών συμμαχιών, (ή ιστορικών-κοινωνικών μπλοκ στο μακροπολιτικό πεδίο), παρεμβαίνοντας ενεργά στο πεδίο του κοινωνικού και μεταβάλλοντας τη 'φύση' και την μορφή της προσίδιας πολιτικής αντιπαράθεσης επί τη βάσει αντιτιθέμενων και συγκεκριμένων κοινωνικών συμφερόντων.
Η απόφαση της κυβέρνησης για προσφυγή στις κάλπες επικυρώνει και επίσημα την είσοδο στον αστερισμό της πολιτικής υπευθυνότητας και του πολιτικού ρεαλισμού, εκεί όπου η πολιτική αξιολογείται με βάση τεχνικές αστικής διαχείρισης της βαθιάς οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης.
Η αναγκαιότητα μίας 'καθαρής' εφαρμογής του τρίτου μνημονίου ωθεί την κυβέρνηση στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Έτσι, η κυβέρνηση, απαλλαγμένη από τα κομματικά 'βαρίδια', 'εργαλειοποιεί' και διαχειρίζεται την πολιτική ως 'τέχνη' και ως παίγνιο συμβόλων, ως παίγνιο όχι μίας φορτισμένης ιδεολογικοποίησης, αλλά ως μορφή μίας κυβερνητικής-πρακτικής τροπικότητας εξουσίας, η οποία ανάγει και αποκρυσταλλώνει τον κυβερνητισμό (και τον συμμαχικό κυβερνητισμό), ως το απόλυτο και 'ιεροποιημένο' εργαλείο διαχείρισης της κρίσης. Αυτή η συγκεκριμένη τεχνική διαχείρισης της οικονομικής κρίσης αίρει την εκφρασμένη λαϊκή εντολή. Ουσιαστικά, επρόκειτο, για ένα μνημονιακό 'συνεχές' που 'εδαφικοποιεί' την κρίση στο εσωτερικό πολιτικών κομμάτων που ασκούν και διαχειρίζονται την κυβερνητική εξουσία.