Αυτή η επιθυμία που μόλις πριν από λίγο είχε έκδηλα απελευθερωθεί με ένα πανηγυρισμό-ξέσπασμα σε ένα τρίποντο του Σωτηρόπουλου, που απάντησε ένα εξίσου σημαντικό τρίποντο ισοφάρισης του Σιστάκου το οποίο χειροκροτήθηκε εντυπωσιακά χλιαρά.
Όλο το παιχνίδι μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν μια διαρκής προσπάθεια των Rollingνα επιβληθούν και μια παράλληλη αντί-προσπάθεια των ΜΑΚ να κρατηθούν όσο γίνεται πιο κοντά με την ελπίδα να χτυπήσουν στο τέλος. Οι Rolling δίνανε την εντύπωση ότι ήταν πιο συγκεντρωμένοι, πιο προσηλωμένοι στο στυλ παιχνιδιού τους, με την σταθερή απειλή των μακρινών σουτ του Σωτηρόπουλου, αλλά και την προσπάθεια να περάσουν την μπάλα χαμηλά στους έμπειρους και με πολύ καλή επιθετική επαφή Σπορέλα και Σημαιοφορίδη. Οι ΜΑΚ αντίθετα απουσία του φυσικού τους ηγέτη Τσιμτσιρίδη, έμοιαζαν οργανωτικά χαμένοι και στηρίζονταν στις πρωτοβουλίες του συγκινητικού Μπιτέρνα που έδωσε απίστευτες μάχες και στα δύο καλάθια, και σε συνδυασμό με το «άναρχο» σκοράρισμα του Μαρκοβίτη, την επιθετική αξιοπιστία του Ουγγρίνη και την εξαιρετική προσπάθεια του Βλαχάκη με εντυπωσιακά άλματα σε όλες τις διεκδικήσεις, τους κρατούσαν ζωντανούς στο παιχνίδι.
1.30 λεπτό και όλα ρευστά. Είναι γνωστό ότι από εδώ και πέρα μετράει κάθε επαφή, κάθε πάσα, κάθε σουτ, κάθε σκέψη και επιλογή… κι έχεις την αίσθηση ότι κατά κάποιο τρόπο πλέον αναμετρώνται από τη μια η πιο εκλεπτυσμένη και σοφιστικέ εκδοχή του μπάσκετ και από την άλλη αυτή που κυρίως μεταφράζεται σε αθλητικότητα, δύναμη και πάθος. Και στο δια ταύτα, όπως πάντα λέει ο οικοδεσπότης Βαλάντης, το μπάσκετ είναι άθλημα επιβολής, ατομικής και ομαδικής. Η επιβολή εκτείνεται σε ένα ευρύ φάσμα που μπορεί να αφορά από τη φυσική και αδιαμφισβήτητη τεχνική, αθλητική, σωματική και πνευματική ανωτερότητα μέχρι την αθλητική «αλητεία», ακόμα και το bullying. Είναι εν μέρει χάρισμα και ένστικτο, και άλλο τόσο αποτέλεσμα δουλειάς, προπόνησης και αγωνιστικών παραστάσεων δηλαδή εμπειρίας . Και η απόρροια όλης αυτής της διαδικασίας είναι αυτό που θα γράψει τελικά το ταμπλό, είναι όμως κι αυτό που φαίνεται στα βλέμματα των αθλητών, αυτό που νιώθουν στα χέρια , στα πόδια και στις φλέβες τους τις κρίσιμες αυτές στιγμές. Κι είναι οι στιγμές που χρειάζεται θράσος, τσαμπουκάς, ρίσκο και ενίοτε απερισκεψία… είναι οι στιγμές που ευνοείται αυτός που έχει άγνοια κινδύνου, ή αυτός που έχει γαλουχηθεί στον κίνδυνο. Κι ο πιο κατάλληλος των Rollingγια αυτή τη δουλειά κάθεται εδώ και πέντε λεπτά στον πάγκο, έχοντας αποβληθεί με πέντε φάουλ, αδικημένος από τη σωματοδομή του, προδομένος από το ταμπεραμέντο του, καταδικασμένος σε αυτό το τουρνουά να μην τελειώνει αναμέτρηση κυρίως λόγω του στυλ παιχνιδιού του.
Έτσι, ο κλήρος πέφτει στους υπόλοιπους, στο Στάθη που οργανώνει, βοηθάει, τρέχει ασταμάτητα, βρίσκεται εν ριπή οφθαλμού παντού, αλλά θα ‘πρεπε να έχει και λίγο Σωτηρόπουλο μέσα του, να πάρει τα δυο-τρία ελεύθερα σουτ παραπάνω που του αναλογούν, κι ας βρούνε σίδερο, στο Σωτηρόπουλο, το αγαπημένο παιδί της εξέδρας, που εκτελεί ανελέητα, τρέχει για να ελευθερωθεί και ξαναεκτελεί αδίστακτα, με τη σκέψη στον αιφνιδιασμό και τη μόνιμη επιθετική απειλή, που αν είχε λίγο Στάθη μέσα του θα ‘βρισκε τις μια-δύο έξτρα πάσες που μπορεί να έκαναν τη διαφορά, στο Σπορέλα επιβλητικό και πλαστικό, με τις περίτεχνες κινήσεις πίβοτ και το σίγουρο σουτάκι από τα 4-5 μέτρα, που του έλειψαν δυο- τρία καλύτερα άλματα στο τέλος, δυο-τρία χαζά ριμπάουντ που μπορούσαν να κρίνουν την αναμέτρηση, στον Κάπτεν με τη μεγάλη καρδιά και τις ασταμάτητες μάχες, ανθεκτικό στο ξύλο της ρακέτας, ας μην είχε τα δύο-τρία κουρασμένα μακρινά σουτ στο τέλος, αλλά και στους υπόλοιπους της ομάδας, ρολίστες, με εξίσου σημαντική προσπάθεια, τον Εύρη, τον Αντώνη, τον Τεό και τον Αμοιρίδη που μπορεί να είχαν μικρή συμμετοχή σε αυτό το παιχνίδι έχουν όμως δώσει τις μάχες τους και την καρδία τους για αυτή την προσπάθεια.
Ο χρόνος κυλάει αμείλικτα, το άγχος τους ξεπέρνα, η Μ.Α.Κ. είναι καλοστημένοι αμυντικά και κυνηγούνε κάθε διεκδίκηση, δεν είναι διατεθειμένοι να αφήσουν κανένα ελεύθερο σουτ, κανένα χαμένο ριμπάουντ. Ένα άστοχο σουτ του Στελάκη, ένα βίαιο φάουλ στο Μάρκο τρία μόλις δευτερόλεπτα πριν τη λήξη, η έκρηξη πόνου και αγωνίας για πιθανό τραυματισμό που συναντάει την αμηχανία των διαιτητών και το λογικό δισταγμό να τιμωρήσουν το ξέσπασμα του τραυματία με τεχνική ποινή και να εξαντλήσουν το γράμμα του κανονισμού, μία εύστοχή βολή και το δραματικό σενάριο έχει ολοκληρωθεί.
Η ομάδα που κάθε χρόνο πλασάρεται ως outsider, κάθε χρόνο κερδίζει την εξέδρα και το χειροκρότημα, αλλά που φέτος έδειξε ότι μπορεί και παραπάνω, αυτή η ετερογενής ομάδα που δεν έχει σούπερ μπασκετικούς, δεν έχει σούπερ αθλητές, δεν έχει σουπερ κορμιά, δεν έχει σουπερ βετεράνους, δεν έχει καν προπονητή, αυτό το συμπαθές σύνολο που έχει εκτός των άλλων κοντούς, χοντρούς, άτεχνους και ερασιτέχνες του μπάσκετ, είναι μια ομάδα που νιώθεις ότι άνετα θα μπορούσες να παίζεις κι εσύ, μια ομάδα με χαμόγελο και προφίλ παρέας, μια ομάδα με βαμβακερή μαύρη στολή και πολύχρωμα παντελονάκια… μια ομάδα εκτός στόχου, εκτός τελικού, με μόνο τρόπαιο και για φέτος την αγάπη του κόσμου…
Δεν πειράζει μάγκες, άλλωστε το είπαν και οι ορίτζιναλ Stones… “you can’t always get what you want…”
Καλή επιτυχία στου δύο άξιους φιναλίστ, και μακάρι να γίνει ένας ανταγωνιστικός και αντάξιος της δημοφιλίας του τουρνουά τελικός.