Και με πολύωρο δημιουργικό διάλογο (άλλωστε υπήρχαν στις παρουσίες και πολλοί/ες κάτοχοι μεταπτυχιακών και διδακτορικών) μετά τις εισηγήσεις, δείγμα του ενδιαφέροντος που προκαλεί το συγκριμένο βιβλίο, που ήλθε "για να ταράξει τα νερά".
Την εκδήλωση άνοιξε ο Δημήτρης Πυρινός διευθυντής Α/Θμιας Εκπαίδευσης Ημαθίας, εκπροσωπώντας την ΕΜΙΠΗ που ήταν μαζί με τις εκδόσεις ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ και το βιβλιοπωλείο ΗΛΙΟΤΡΟΠΙΟ οι διοργανωτές της εκδήλωσης.
Στην παρέμβαση του ο αφυπηρετήσας καθηγητής ΑΠΘ Χρήστος Τζήκας τόνισε: «Το εθνικό κράτος θέλει εσωτερική ομοιογένεια, θρησκευτική και γλωσσική ομοιογένεια, για να μείνει σταθερό και να μην διασπαστεί. Η εσωτερική ομοιογένεια είναι σημαντική και συμβάλει στην ύπαρξη των εθνικών κρατών… Το βιβλίο διερευνά τα ιστορικά γεγονότα, με το τρέχον νομοθετικό πλαίσιο, την περίοδο 1912-1940 (χωρισμένα σε 4 υποκεφάλαια). Μελετά τέσσερις μειονότητες. Τους Μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης, τους Σλαβόφωνους της Μακεδονίας, τους Κουτσόβλαχους και τους Τσάμηδες της Ηπείρου… Η εκπαίδευση έπαιξε το κύριο εργαλείο για την ένταξη των μειονοτήτων… Η εργασία της συγγραφέως έχει θέσει σαφής σκοπούς και ερωτήματα. Χρησιμοποιεί μία σαφή μεθοδολογία, που συνάδει με την ιστορική έρευνα. Η εργασία της βασίζεται σε ένα ξεκάθαρο ιδεολογικό, ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο και μας δίνει μια σαφή και συλλογική εικόνα της εκπαιδευτικής πολιτικής της εποχής του ελληνικού κράτους απέναντι στις μειονότητες 1912-1940… Πρόκειται για μία χαλκέντερη κι επίμονη ερευνήτρια, που δάμασε το πλούσιο κι ετερογενές υλικό…» είπε μεταξύ άλλων. Τέλος, προέτρεψε τους παρευρισκόμενους να διαβάσουν το βιβλίο. Καθώς πρόκειται για ένα ωφέλιμο βιβλίο που αν κι έχει πλήθος λεπτομερειών, χάρη στην μαεστρία και στη γλώσσα διαβάζεται εύκολα κι ευχάριστα.»
Ο δημοσιογράφος-συγγραφέας Αλέκος Χατζηκώστας (αφιερώνοντας την ομιλία του στον Δημήτρη Καρασάββα, που «έφυγε» πρόσφατα από κοντά μας) υπογράμμισε: «1.Πρόκειται για ένα βιβλίο προϊόν κοπιαστικής – πολύχρονης προσπάθειας από μία μάχιμη εκπαιδευτικό. Που αφιέρωσε πολύ χρόνο ψάχνοντας σε αρχεία πόλεων και υπουργείων, ανιχνεύοντας, αξιολογώντας και παρουσιάζοντας τεκμηριωμένα, πλήθος ντοκουμέντων, τα περισσότερα για πρώτη φορά. Και ταυτόχρονα έχουμε αξιοποίηση μεγάλου όγκου βιβλιογραφίας (πάνω από 150) αλλά και της νομοθεσίας της εποχής. Ιδιαίτερα χρήσιμα για όσους/ες θέλουν να σκύψουν παραπάνω, στη εποχή. Γι’αυτό άλλωστε όπως έχω πληροφορηθεί συστήνεται πλέον και ως βιβλιογραφία στους φοιτητές.
2.Πρόκειται για ένα βιβλίο που με αφορμή την εκπαίδευση, ασχολείται με μία ολόκληρη κοινωνικό-οικονομική εποχή. Αυτή που έχει να κάνει με τα πρώτα βήματα του αστικού κράτους στη νέα του έκταση με την προσάρτηση των Νέων χωρών» (πλην Δωδεκανήσων). Όπου οι αστικές κυβερνήσεις εναλλάσσονται όμως ο πυρήνας της πολιτικής και στον χώρο της εκπαίδευσης παραμένει ο ίδιος. «Εθνική ομογένεια», εκπαίδευση ως θεσμός ιδεολογικός αλλά και στήριγμα αναπαραγωγής του αστικού καθεστώτος.
3.Πρόκειται για ένα βιβλίο που δεν καταγράφει- παραθέτει απλά γεγονότα (με γλαφυρό τρόπο και όχι απλά ακαδημαϊκό όπως θα διαπιστώσει κανείς) αλλά τα συνθέτει διαλεκτικά και τα χρησιμοποιεί για να εξάγει συμπεράσματα. Συμπεράσματα εξαιρετικά επίκαιρα και για το σήμερα.
4.Πρόκειται για ένα βιβλίο θαρραλέο. Καταπιάνεται με ζητήματα που κάποτε τα θεωρούσαν «εθνικά» και άρα δεν μπορούσε κάποιος να τα ανακαινίσει ή κυρίως να τα σχολιάσει.…Και όμως με επιστημονικό θάρρος τα ανατέμνει και καταλήγει σε εκτιμήσεις που προβληματίζουν ή και «στενα-χωρούν» όσους στο όνομα της μοναδικής- εθνικής σκέψης διέπραξαν πολλές «αμαρτίες» κατά το παρελθόν.
5.Πρόκειται για ένα βιβλίο χρήσιμο. Πρώτιστα για το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας…»
Τέλος η συγγραφέας Έφη Παυλίδου τόνισε: «"Ερευνητικός μου στόχος ήταν να εξετάσω τον τρόπο με τον οποίο το ελληνικό εθνικό κράτος αντιμετώπισε τους διάφορους «Άλλους» των Νέων Χωρών, εθνικούς, γλωσσικούς, θρησκευτικούς, που στην ορολογία της εποχής αναφέρονταν ως Ξενόφωνοι, προκειμένου να τους ενσωματώσει ή να τους αφομοιώσει στον εθνικό κορμό την περίοδο του Μεσοπολέμου. Μία κατεξοχήν εθνοποιητική περίοδο στον χώρο των Βαλκανίων. Η ερευνά μου εξειδικεύτηκε στον τομέα της εκπαίδευσης, διότι ήθελα να καταδείξω τη σύνδεση της εκπαιδευτικής πολιτικής που εφαρμόστηκε στις Νέες Χώρες με την προώθηση εθνικών στόχων, που στον Μεσοπόλεμο δεν ήταν άλλοι από την εθνική ολοκλήρωση και την επίτευξη της πολυπόθητης εθνικής ομογενοποίησης.
Έτσι, λοιπόν, επιχείρησα μια συγκριτική μελέτη των τεσσάρων μειονοτικών ομάδων που προαναφέρθηκαν, με σκοπό όχι να αρκεστώ σε μια γεγονοτολογική προσέγγιση του ζητήματος, να περιοριστώ σε μια απλή περιγραφή της εκπαιδευτικής πολιτικής που άσκησε το ελληνικό κράτος στους ξενόφωνους, αλλά κυρίως για να αναμετρηθώ με το ερευνητικό μου υλικό, να επιχειρήσω να ερμηνεύσω τα ευρήματα και να καταλήξω σε ορισμένα συμπεράσματα...Τώρα σε ποιους απευθύνεται το βιβλίο. Το πρώτο που μπορώ να πω είναι στους Ιστορικούς, στους ιστορικούς εκπαίδευσης, προπαντός εκείνους που ασχολούνται με την περίοδο του Μεσοπολέμου, ή που τα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα επικεντρώνονται σε θέματα εκπαίδευσης και εθνικισμού, εθνικής ταυτότητας, μειονοτήτων, τοπικής ιστορίας, διαπολιτισμικής εκπαίδευσης κτλ., στους δασκάλους και γενικότερα στους εκπαιδευτικούς, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να δουν τον ρόλο που επιφύλαξε το ελληνικό κράτος στους εκπαιδευτικούς ως «εθνικούς του αποστόλους» στις Νέες Χώρες, στους φοιτητές των αντίστοιχων ειδικοτήτων. Αλλά, γενικότερα, απευθύνεται και σε όλους εκείνους που διακρίνονται από ευρύτητα ενδιαφερόντων, χωρίς απαραίτητα να διαθέτουν εξειδικευμένες ιστορικές γνώσεις, διότι η δομή του βιβλίου είναι τέτοια που βοηθά τον αναγνώστη να παρακολουθήσει την ανάλυση του θέματος. Συμπεριλαμβάνονται κεφάλαια στα οποία ορίζονται και διευκρινίζονται οι έννοιες μειονότητα, έθνος, εθνικισμός, κεφάλαια όπου παρουσιάζεται με συνοπτικό και κατατοπιστικό τρόπο το ιστορικό πλαίσιο για την κάθε μειονότητα ξεχωριστά, ενώ στο τέλος παρατίθενται αντίστοιχα συμπεράσματα για την κάθε μειονοτική ομάδα..."