Αναφορικά με το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης δήλωσε ότι ήταν “ένα ειλικρινές αφετηριακό σχέδιο, το οποίο υπερασπιστήκαμε σθεναρά. Αλλά ποτέ δεν ξεχάσαμε ότι θα περνούσε μέσα από την φάση της διαπραγμάτευσης με αποτέλεσμα να υποστεί συμβιβασμούς” και πως οι εξελίξεις στην Ε.Ε. δικαιώνουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Παραδέχτηκε ότι “υπήρξαμε θύματα μιας αριστερής ουτοπίας των καλών προθέσεων”, ενώ απαντά στην κριτική που δέχεται η κυβέρνηση για το διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες και επιτίθεται στην “κακομαθημένη” αξιωματική αντιπολίτευση.
«Διασχίσαμε συμπαγείς την δυσκολότερη φάση της διαπραγμάτευσης, όταν οι πιέσεις έξωθεν και έσωθεν ήταν πανίσχυρες. Μείναμε ακόμα και όταν κληθήκαμε να στηρίξουμε επιλογές με τις οποίες διαφωνούσαμε. Αντιμετωπίσαμε διλήμματα και επιλέξαμε να παραμείνουμε παρ’ όλο το πολιτικό και προσωπικό κόστος για να στηρίξουμε μια κυβέρνηση που δίνει μάχες σε δυο μέτωπα - ένα εξωτερικό και ένα εσωτερικό. Παραμείναμε συμπαγείς, αντιμετωπίσαμε το εξωτερικό μέτωπο που κατανάλωνε τεράστια κυβερνητική ενέργεια, και πλέον παρατάσσουμε δυνάμεις ενάντια στο εσωτερικό χάος που στήθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Όλα αυτά απαιτούν ένα θάρρος, το οποίο δεν νομίζω πως μπορεί να εξαντληθεί τώρα, που η διαπραγματευτική φάση είναι σαφώς ηπιότερη», απάντησε στην ερώτηση για το αν η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ εμφανιστεί συμπαγής και στα προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης, που ως γνωστό περιέχει και το ακανθώδες θέμα των εργασιακών.
Για τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και κομμάτων της ελάσσονος αντιπολίτευσης, που ζητάνε να φύγει η σημερινή κυβέρνηση διότι, όπως λένε, το κόστος της παραμονής της είναι μεγαλύτερο από εκείνο μιας εκλογικής αναμέτρησης, η Φρόσω Καρασαρλίδου απάντησε:
«Το κόστος παραμονής μας είναι σίγουρα μεγάλο για την αντιπολίτευση που έμαθε να λειτουργεί στις θολές συνθήκες που δημιούργησε. Όσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο μαθαίνουμε και ξηλώνουμε το πλέγμα που γέννησε και συντήρησε την διαφθορά στη χώρα. Η εξεταστική για τα δάνεια των τραπεζών προς κόμματα και ΜΜΕ απέδειξε το βάθος αυτού του απίστευτου πλέγματος. Δική μας δουλειά είναι τώρα να βάλουμε τάξη. Η κομματική ασυδοσία, η διαφθορά αξιωματούχων που επιβράβευε τον πιο “καπάτσο”, η κατασπατάληση δημοσίων πόρων, η σκόπιμη διατήρηση ενός διοικητικού χάους που ευνοούσε τους διαπλεκόμενους, ο κοντόφθαλμος ή ανύπαρκτος σχεδιασμός, τα μπαλώματα τύπου Χατζηγάκη που πληρώνουμε σήμερα αναδρομικά, αντιμετωπίζονται πια με όλο και μεγαλύτερη ένταση. Και η κακομαθημένη αντιπολίτευση που “ξεμαθαίνει” από τα προνόμια επενδύει στην ατμόσφαιρα της εύλογης γενικής απογοήτευσης που επισκιάζει την ελληνική κοινωνία, για να ξεπλύνει τα αμαρτήματά της. Μα εμείς συνεχίζουμε!».
Δημόσια διοίκηση και ανεργία πρέπει να είναι οι προτεραιότητες της κυβέρνησης
Στην ερώτηση, σε ποιους τομείς η κυβέρνηση θα πρέπει να ανεβάσει ταχύτητες και ποια θα πρέπει να είναι σήμερα η πρώτη της προτεραιότητα, η βουλευτής απάντησε:
«Θεωρώ ύψιστης σημασίας την αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης. Και όταν λέω αναδιοργάνωση δεν εννοώ μείωση προσωπικού όπως την εννοεί η αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι λιγότερους δημόσιους υπαλλήλους, αλλά να δημιουργήσουμε τις συνθήκες που θα επιτρέψουν στο υπάρχον σύστημα να γίνει αποτελεσματικότερο, ταχύτερο, αξιοκρατικότερο και έχουν γίνει σημαντικά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση. Προτεραιότητα μέγιστη είναι η καταπολέμηση της ανεργίας. Αυτό το πρόβλημα διακλαδώνεται με πολλά άλλα. Με το ασφαλιστικό, με το brain drain, με την άνοδο ακραίων μορφωμάτων. Χρειαζόμαστε τεχνολογικά εργαλεία, καινοτόμες ιδέες, νέες αγροτικές πρακτικές. Στις γενικόλογες εκκλήσεις της αντιπολίτευσης για την δημιουργία φιλο-επενδυτικού κλίματος, εμείς ως βουλευτές χαρτογραφούμε τις ανάγκες για το νέο παραγωγικό μοντέλο και νομοθετήσαμε ως κυβέρνηση τον νέο αναπτυξιακό νόμο που δίνει κίνητρα κυρίως σε επιχειρήσεις που ασχολούνται με τις νέες τεχνολογίες και τη γη. Απορροφήσαμε σε πρωτόγνωρα μεγέθη τους κοινοτικούς πόρους, χρηματοδοτούμε για πρώτη φορά μετά από καιρό τους Έλληνες ερευνητές. Την ίδια στιγμή καυτηριάζουμε τις πληγές και τελειώνουμε την παρα-οικονομία σε τομείς όπως η Υγεία και απελευθερώνουμε πόρους για προσλήψεις».
Για την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών και την κριτική ότι ρίχνει “μαύρο” σε εν λειτουργία τηλεοπτικά κανάλια και πως θα στείλει στην ανεργία πάνω από 1600 εργαζόμενους, η Φρόσω Καρασαρλίδου απάντησε:
«H αξιωματική αντιπολίτευση δεν ήταν αυτή που έριξε αδίστακτα, εν μια νυκτί, μαύρο στη Δημόσια τηλεόραση; Στην περίπτωση του πρόσφατου διαγωνισμού δεν έχουμε μια παρόμοια περίπτωση. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μπήκαν και εφαρμόστηκαν κανόνες στη χρήση των τηλεοπτικών συχνοτήτων, που μέχρι τώρα επιβίωναν από τις προνομιακές τους σχέσεις με τις εκάστοτε κυβερνήσεις, που ανανέωναν χρόνο με τον χρόνο την προσωρινότητα του 1989 και ανέστειλαν τον φόρο των τηλεοπτικών διαφημίσεων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει κανένα μαύρο. Υπάρχουν επιχειρήσεις που δεν ανταποκρίνονται στα κριτήρια που τίθενται. Πολλοί από τους εργαζόμενους θα απορροφηθούν από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις του χώρου, ενώ -όπως ανακοινώθηκε- για τους υπόλοιπους θα υπάρξει και η απαραίτητη μέριμνα από την πολιτεία με τα προγράμματα που ήδη σχεδιάζει ο υπουργός εργασίας».
Τέλος, σε ερώτηση για το νοσοκομείο της Νάουσας, η βουλευτής είπε ότι:
«Στόχος δεν είναι το νοσοκομείο να κλείσει αλλά αντίθετα να ενισχυθεί σε υλικό εξοπλισμό και προσωπικό. Και αυτό απαιτεί την συνεργασία εργαζόμενων, πολιτών και πολιτικών φορέων. Ενάντια σε κάθε προοπτική κλεισίματος, αλλά και στην κινδυνολογία που πολλές φορές λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία με το κλίμα ανασφάλειας που δημιουργεί. Προσωπικά ξεκίνησα την επαγγελματική μου πορεία από το νοσοκομείο και γνωρίζω από πρώτο χέρι τη σημαντικότητα που έχει για τον πολίτη της Νάουσας. Και γι΄ αυτό θα συνεχίσω να δίνω καθημερινά τη μάχη, για να παραμείνει λειτουργικό, αξιόπιστο, αλλά και να ενισχυθεί».