Παραθέτοντας επίσημα στοιχεία, ο Τάσος Μπαρτζώκας υπογραμμίζει ότι το 85% των ελληνικών επιχειρήσεων βρίσκεται εκτός δανεισμού, είτε γιατί δεν πληροί τα κριτήρια πιστοληπτικής ικανότητας είτε γιατί το κόστος δανεισμού είναι αρκετά υψηλό. Ως εκ τούτου, η τραπεζική στήριξη αφορά επί της ουσίας, λίγες και μεγάλες επιχειρήσεις, την στιγμή που η ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας είναι η μικρομεσαία επιχείρηση.
Ο Βουλευτής συμπεραίνει ότι οι τράπεζες δεν επιτελούν το ρόλο που τους αναλογεί, παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν λάβει αδρή στήριξη, είτε μέσω του Ευρωσυστήματος είτε μέσω ανακεφαλαιοποιήσεων, με χρήματα του ελληνικού λαού. Ως εκ τούτου, αντί οι τράπεζες να είναι μέρος της λύσης, καταλήγουν να είναι μέρος του προβλήματος.
Ο Τάσος Μπαρτζώκας αναφέρει ότι έχει έρθει η ώρα των πολιτικών αποφάσεων, προκειμένου να αλλάξει η υφιστάμενη κατάσταση. Τονίζει ότι η επιβίωση και η ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων πρέπει να είναι η πρώτη πολιτική προτεραιότητα. Για να συμβεί αυτό απαιτείται να εξορθολογιστούν τα πιστοληπτικά κριτήρια και οπωσδήποτε να μειωθεί το κόστος δανεισμού, που αυτή την στιγμή είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
Όπως δηλώνει ο Βουλευτής «η ελληνική επιχείρηση και οι Έλληνες πολίτες έχουν διασώσει τις τράπεζες, όχι μία, αλλά 4 φορές. Έχει έρθει η ώρα, αντί οι τράπεζες να αφαιρούν ρευστότητα στην αγορά, να προσθέτουν».
Οι τράπεζες να είναι μέρος της λύσης και όχι το πρόβλημα!
Όταν μιλάμε για ανάπτυξη και ευημερία, είναι ξεκάθαρο ότι βάζουμε στο επίκεντρο του πολιτικού διαλόγου την επιχείρηση και την επιχειρηματικότητα. Μιλώντας δε, για την οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα, αυτομάτως καθιστούμε πυλώνα της, την ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση. Επιπλέον, σε μια τραπεζο-κεντρική χώρα όπως είναι κατεξοχήν η δική μας, ατμομηχανή της οικονομίας είναι οι τράπεζες.
Ωστόσο, είναι γεγονός ότι στην Ελλάδα η πλειονότητα των επιχειρήσεων είναι αποκομμένη από την πρόσβαση τραπεζικής χρηματοδότησης. Τα στοιχεία είναι άκρως απογοητευτικά: σε περίπου 720.000 επιχειρήσεις, ένα 85% μένει εκτός κάθε δανεισμού. Είναι σαν να κάνουμε την παραδοχή ότι η τραπεζική στήριξη στην Ελλάδα είναι επί της ουσίας ανύπαρκτη, καθώς αφορά λίγες, κυρίως πολύ μεγάλου μεγέθους, επιχειρήσεις.
Παρά το γεγονός ότι η Κυβέρνηση κατά το διάστημα της πανδημίας, αλλά και με τη φορολογική πολιτική που ακολουθεί, έχει στηρίξει σημαντικά την ελληνική επιχειρηματικότητα, οι επιχειρήσεις εξακολουθούν και βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Βρίσκομαι σε συχνή επαφή με τους επιχειρηματίες της Ημαθίας και βλέπω τον καθημερινό αγώνα επιβίωσης που κάνουν. Στις συζητήσεις μας, μου αναφέρουν συχνά ότι είναι αποκομμένοι από τον τραπεζικό δανεισμό.
Για ποια μεγέθυνση της ελληνικής επιχείρησης άρα μιλάμε, ή αντίστοιχα για επενδύσεις των ελληνικών επιχειρήσεων, για μείωση της ανεργίας ή για διατηρήσιμη ανάπτυξη, όταν οι τράπεζες δεν επιτελούν το ρόλο που τους αναλογεί;
Ανεξάρτητα από τα τεχνοκρατικά ή αμιγώς οικονομικά κριτήρια, στα οποίαοι τράπεζες βασίζουν την επιφυλακτική πολιτική τους, το ζήτημα της περιορισμένης πρόσβασης στην τραπεζική χρηματοδότηση είναι εξόχως πολιτικό. Στις ελληνικές τράπεζες, όλα αυτά τα χρόνια έχουν δοθείπολλά χρήματα, τα οποία όμως δεν έφτασαν στην πραγματική οικονομία.
Η οικονομική αποτελεσματικότητα επιβάλλει στην παρούσα συγκυρία να κρατήσουμε την ελληνική επιχείρηση όρθια πάση θυσία. Η εθνική ανάταση και η κοινωνική συνοχή χρειάζονται την ελληνική επιχείρηση.
Κατά συνέπεια, οι τράπεζες πρέπει να ξαναβρούν το ρόλο τους. Για να συμβεί αυτό, τα αυστηρά κριτήρια χορήγησης δανείων οφείλουν να εξορθολογιστούν, ενώ πρέπει οπωσδήποτε να επανεξεταστεί το υψηλό κόστος δανεισμού. Οι τράπεζες πρέπει να βρίσκονται σε επαφή με τον ιδιωτικό τομέα, τις ανάγκες και τα προβλήματα του. Επιπρόσθετα, τα Επιμελητήρια μπορούν να συμβάλουν, τόσο στην ενίσχυση αυτής της σχέσης, όσο και αναλαμβάνοντας το σημαντικό ρόλο της ενημέρωσης για τα διαθέσιμα επενδυτικά σχέδια και τις προοπτικές μιας επιχείρησης.
Η συζήτηση για την έκταση της διοχέτευσης ρευστότητας από τις τράπεζες στην πραγματική οικονομία έχει ήδη ανοίξει και πλέον -πρέπει να- γίνεται με όρους πολιτικούς. Οι τράπεζες πρέπει να είναι μέρος της λύσης του προβλήματος, και όχι το ίδιο το πρόβλημα.