Η ομιλία έγινε στα πλαίσια της συζήτησης της τριμηνιαίας Έκθεσης που συνέταξε το Γραφείο του Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή για την ελληνική οικονομία και αφορά το χρονικό διάστημα Ιανουάριος - Μάρτιος 2015.
Ο βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Ημαθίας σχολίασε τη σημερινή κατάσταση της οικονομίας, απάντησε στον πρώην υπουργό Χρήστο Σταϊκούρα, τοποθετήθηκε για τις μεταρρυθμίσεις και τη διαφθορά και έθεσε ερωτήματα σχετικά με την πρόταση της Έκθεσης για άμεση υπογραφή συμφωνίας.
“Θα ήθελα καταρχήν να ευχαριστήσω το γραφείο προϋπολογισμού αλλά και τον κ. Λιαργκόβα για την υψηλή ποιότητα της έκθεσης και για τη θετική συμβολή τους στη δημόσια συζήτηση. Είναι κάτι στο οποίο μας έχει συνηθίσει εδώ και πολύ καιρό και η έκθεση αυτή είναι του ίδιου υψηλού επιπέδου όπως και προηγουμένως. Στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση, θα έλεγα ότι υπάρχει μία ασάφεια ή μια αντίφαση, που είναι στην καρδιά της έκθεσης αυτής και θέλω να την επισημάνω. Πριν το κάνω αυτό όμως, θέλω έχω να κάνω κάποιες παρατηρήσεις για όσα είπε ο κ. Σταϊκούρας προ ολίγου, γιατί και αυτός παρουσίασε μια πολύ εμπεριστατωμένη άποψη, η οποία φοβάμαι όμως ότι είναι λανθασμένη.
Μόλις βγήκαν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σήμερα το πρωί, για το πρώτο τρίμηνο του 2015. Σε αντίθεση με αυτό που πολλοί περίμεναν, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν αύξηση του Α.Ε.Π. σε ετήσια βάση κατά 0,3%. Δεν υπάρχει δηλαδή ύφεση αυτή τη στιγμή στην ελληνική οικονομία. Αυτό δείχνουν τα πρώτα στοιχεία. Υπάρχει μια μείωση σε σύγκριση με το τελευταίο τέταρτο του 2014 κατά 0,2%, αλλά σε ετήσια βάση έχουμε αύξηση 0,3%. Δεν επιστρέψαμε δηλαδή στην ύφεση, ότι και αν έχει κάνει η λεγόμενη αβεβαιότητα δεν έχει οδηγήσει την ελληνική οικονομία πίσω στην ύφεση και το επαναλαμβάνω αυτό γιατί πρέπει να ειπωθεί ανοιχτά. Και αυτό δεν έγινε γιατί δεν πήραμε υφεσιακά μέτρα.
Η οικονομία μπορεί να είναι κλίμα, μπορεί να είναι αβεβαιότητες, μπορεί να είναι το ένα, μπορεί να είναι το άλλο, η οικονομία όμως είναι και μέτρα κυβερνητικά, μέτρα που έχουν να κάνουν με το δημοσιονομικό και η κυβέρνησή μας δεν πήρε υφεσιακά μέτρα και αυτό φαίνεται σε αυτό το τρίμηνο. Τι θα γίνει αργότερα δεν το ξέρω, κανείς δεν το ξέρει. Σίγουρα όμως δεν έχουμε ύφεση αυτό το τρίμηνο. Αυτό λοιπόν με βάση τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Αυτό πρέπει να ειπωθεί ανοιχτά γιατί έχουν ακουστεί διάφορα γι' αυτό που κάναμε και για τη ζημιά που φέραμε και για τα υφεσιακά μέτρα που έχουμε πάρει, χωρίς να τα έχουμε πάρει. Πάντως ύφεση δεν εμφανίζεται στην ελληνική οικονομία. Ξέρετε πάρα πολύ καλά, ότι η ύφεση μετράται σε τριμηνιαία βάση αλλά με ετήσια σύγκριση. Τεχνικά, ύφεση δεν υπάρχει τώρα. Θα δούμε τι θα γίνει στο μέλλον.
Θα αναφερθώ όμως πιο συγκεκριμένα και στο δημοσιονομικό στο οποίο δώσατε πολύ μεγάλο βάρος κ. Σταϊκούρα και καλά κάνετε γιατί είναι καίριο πρόβλημα. Αναφερθήκατε στη σταθεροποίηση που πέτυχε η προηγούμενη κυβέρνηση και είχατε και μια ικανοποίηση και λογικό είναι γιατί ήσασταν και Υπουργός. Πού οφείλεται η σταθεροποίηση όμως αυτή που επιτεύχθηκε στην Ελλάδα και την οποία θα ονόμαζα εγώ, σταθεροποίηση του νεκροταφείου, κατά την τελευταία διετία; Οφείλεται, όπως πολύ καλά γνωρίζετε, στη συντριβή των δαπανών, η οποία ήταν τεράστια και φυσικά στη φορολογική επιδρομή στον ελληνικό λαό. Δεν υπάρχει καμία δηλαδή ιδιαίτερη εξυπνάδα σ' αυτό που συνέβη. Έχουμε κλασικά υφεσιακά μέτρα γιγαντιαίου μεγέθους τα τελευταία χρόνια. Όπως πολύ καλά επίσης γνωρίζετε, η σταθεροποίηση αυτή επήλθε γιατί συμπιέστηκε η οικονομία, συνετρίβη η οικονομία και ως εκ τούτου σταθεροποιήθηκαν και τα δημόσια οικονομικά, όπως σταθεροποιήθηκαν, διότι όταν η σταθεροποίηση επέρχεται με τον τρόπο αυτό - όπως δείχνει η διεθνής εμπειρία - η βάση της σταθεροποίησης είναι εξαιρετικά ασθενής. Δεν υπάρχει υγεία σ' αυτή τη σταθεροποίηση. Αυτό φαίνεται πάρα πολύ εύκολα από την πορεία των φορολογικών εσόδων το προηγούμενο διάστημα, γιατί όπως γνωρίζετε, έχουμε συνεχώς πρόβλημα φορολογικών εσόδων.
Το πρωτογενές πλεόνασμα στο οποίο αναφερθήκατε, επιτυγχάνεται συνεχώς με τη συντριβή των δαπανών και έτσι υπήρξαν τα πλεονάσματα που ζήσαμε μέχρι τώρα. Αυτό φάνηκε επίσης, σ' αυτό που παραδώσατε. Βεβαίως τον Ιανουάριο παραδώσατε τύποις ένα ταμειακό πλεόνασμα στον κ. Μάρδα όπως αναφέρατε ο ίδιος, και το Φεβρουάριο η πρόβλεψη ήταν ένα πολύ μεγάλο έλλειμμα και για το Μάρτιο η πρόβλεψη ήταν τραγική. Επομένως, αυτό κληρονομήσαμε, μια δημοσιονομική κατάσταση εξαιρετικά επισφαλή. Το δημοσιονομικό πλεόνασμα στην ουσία δεν υπήρχε. Αυτό που είχε στα χέρια του ο κ. Μάρδας ήταν μια κατάσταση που ήθελε άμεση διαχείριση, την οποία και έκανε αυτός και η κυβέρνησή μας.
Ας περάσουμε τώρα στην Έκθεση γιατί έχει μια συνάφεια σε ότι αναφέρθηκα με την Έκθεση η οποία αναφέρει παρόμοια σημεία.
Βλέπω λοιπόν την Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού η οποία αναφέρει τα διάφορα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί στην ελληνική οικονομία με μεγάλη πιστότητα και ακρίβεια. Αναφέρεται στις πιέσεις του ΑΕΠ ο οποίες επαναλαμβάνω ότι για το α΄ τρίμηνο τουλάχιστον δεν αποδείχθηκαν τόσο σοβαρές, αναφέρεται στο δημοσιονομικό και χρηματοδοτικό πρόβλημα που θα έχει η χώρα μας, αναφέρεται στη συσσώρευση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το κράτος, την απώλεια των καταθέσεων για τις τράπεζες, είναι ένας μακρύς κατάλογος ο οποίος είναι πραγματικός και λέει ότι αυτό οφείλεται στην αβεβαιότητα. Και άρα, το συμπέρασμα που βγάζει είναι ότι θα πρέπει να υπογραφεί άμεσα η συμφωνία με τους εταίρους μας. Αυτό είναι και το κύριο μήνυμα της Έκθεσης εάν το κατάλαβα καλά.
Κι εδώ είναι που νομίζω ότι έχουμε ένα πρόβλημα κι έχουμε μια ασάφεια και ίσως μια αντίφαση, την οποία θα καλούσα τον κ. Λιαργκόβα να τοποθετηθεί πάνω σε αυτό. Γιατί βλέπω ότι παράλληλα ο κ. Λιαργκόβας, μιλάει για μεταρρυθμιστική επανάσταση. Χρειάζεται η χώρα μας μεταρρυθμιστική επανάσταση για να μπούμε σε διαδικασία ανάπτυξης. Αλλά οι μεταρρυθμίσεις τις οποίος μας ζητούν οι εταίροι μας, όπως ο ίδιος ο κ. Λιαργκόβας λέει, σε πολλά πράγματα είναι προβληματικές. Και είναι προς τιμήν του ότι το αναφέρει λέγοντας «οι ιδιωτικοποιήσεις για τις οποίες γίνεται τόσος ντόρος και διεθνώς, δεν είναι το κλειδί, γιατί δεν σημαίνουν πάντα ανάπτυξη», όπως αναγνωρίζουν και οι διεθνείς φορείς. Το ίδιο συμβαίνει φυσικά και με την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, όπου οι νεότερες μελέτες δείχνουν ότι δεν είναι αυτό το κλειδί για την αύξηση της παραγωγικότητας, αντίθετα με αυτό που λέγεται στη χώρα μας κατά κόρον και κατ' επανάληψη.
Τα λέει λοιπόν αυτά ο κ. Λιαργκόβας και το Γραφείο, όπως επίσης παρατηρεί, ότι η διαφθορά στη χώρα μας μεγάλωσε, ή έστω παραμένει ένα επίμονο πρόβλημα, και ίσως και να μεγάλωσε το τελευταίο διάστημα, το διάστημα των μνημονίων και του μεταρρυθμιστικού οίστρου που κατάλαβε τη χώρα μας. Και ρωτώ, γιατί μεγάλωσε; Θα σας πω κατά την άποψή μου. Μεγάλωσε, γιατί σε ένα καθεστώς δημοσιονομικής λιτότητας, σε ένα καθεστώς δημοσιονομικής επίθεσης, όπως αυτό που ανέλυσα προηγουμένως, με την περικοπή των δαπανών και με τη φορολογική επιδρομή, όταν μικραίνει η «πίτα», τότε ο ήδη ισχυρός γίνεται ισχυρότερος. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Η διαφορά δεν γίνεται μικρότερη, γίνεται μεγαλύτερη. Δεν επιτυγχάνεται δηλαδή μείωση της διαφοράς με τις μεταρρυθμίσεις που θέλουμε, όταν η χώρα και η οικονομία της βρίσκεται σε απόλυτη συμπίεση. Είναι λάθος να λέγεται αυτό το πράγμα και ειδικά τώρα. Ναι, μπορούν να γίνουν και πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις. Ποια δύναμη είναι πιο μεταρρυθμιστική από εμάς, τον ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, τουλάχιστον όσον αφορά το πρόγραμμά μας? Αλλά οι μεταρρυθμίσεις δεν μπορεί να γίνουν σε τέτοιο πλαίσιο και γι' αυτό έχουμε και αύξηση και επιμονή της διαφθοράς στη χώρα μας.
Ρωτάω λοιπόν τον κ. Λιαργκόβα, πως συμβιβάζεται το συμπέρασμα που βγάζει η Έκθεση, το «υπογράψτε τώρα, υπογράψτε άμεσα, για να λυθεί το πρόβλημά μας»? Όταν γνωρίζει ότι αυτό που μας ζητούν, όχι μόνο είναι πολύ πιο προβληματικό σε ότι αφορά τις εργασιακές σχέσεις, τις ιδιωτικοποιήσεις και άλλα σημεία, αλλά και πολλά από αυτά αντιβαίνουν και αυτά που θέλει ο ίδιος ο ελληνικός λαός και για τα οποία και μας ψήφισε. Πώς λοιπόν συμβιβάζεται η διαπίστωση που κάνει με το συμπέρασμα το οποίο βγάζει? Θα έλεγα ότι δεν συμβιβάζεται και ότι ναι, χρειάζεται μια συμφωνία αλλά όχι όπως- όπως, όχι εδώ και τώρα, όχι με οποιουσδήποτε όρους, αλλά με όρους που θα δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες για την ελληνική οικονομία και για την ελληνική κοινωνία.
Μόνο έτσι πρέπει να υπογραφεί η συμφωνία, μόνο με αυτούς τους όρους και εάν αυτοί οι όροι δεν είναι διαθέσιμοι, αν οι εταίροι μας δεν μας τους παράσχουν, τότε πρέπει να δούμε ξανά τι θα κάνουμε, γιατί έχουμε ευθύνη και προς τον ελληνικό λαό και προς την ελληνική κοινωνία και προς τη χώρα συνολικά.