Αρχείο
- Παρασκευή, 03 Απριλίου 2015
Του Σίμου Ανδρονίδη
Το κείμενο αφιερώνεται σε εκείνα τα νεαρά και «αμούστακα» παιδιά που όρθωσαν το ανάστημα τους και αντίκρισαν κατάματα τα τανκς και τον θάνατο, «κατακτώντας» με αυτόν τον τρόπο τη ζωή. «Άνθισαν πάλι τα τριαντάφυλλα πολύχρωμα. Λευκές πεταλούδες τα επισκέπτονται. Γιατί, λοιπόν, θα πρέπει να πεθάνουμε; Τον πνιγμένο τον ξάπλωσαν στην προκυμαία. Νέος ωραίος, ολόγυμνος.
Στ’ αριστερό του χέρι, το ρολόι δουλεύει ακόμα. Κάποτε, ακόμη και τώρα, ένα αηδόνι μου υπαγορεύει να πω και πάλι «ναι». (Γιάννης Ρίτσος, ‘Δευτερόλεπτα’, 1991).
Σήμερα συμπληρώνονται 41 χρόνια από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, γεγονότα που σημάδεψαν μία ολόκληρη γενιά. Η δράση και η ενεργοποίηση του φοιτητικού κινήματος όρισε και προσδιόρισε συνάμα το όλο πλαίσιο του αντιδικτατορικού αγώνα. Το φοιτητικό «υποκείμενο» έδρασε ως κοινωνική κατηγορία που κατέδειξε τα «στενά» και περιορισμένα όρια της διαδικασίας «φιλελευθεροποίησης» του δικτατορικού καθεστώτος. «Έτσι αν θέλουμε να οροθετήσουμε τα στοιχεία της συγκυρίας, μπορούμε να πούμε:
α) Είναι κατά πρώτο λόγο ξεχωριστές τάξεις και αυτόνομες μερίδες που αντανακλώνται στο επίπεδο της πολιτικής πρακτικής με τα «κατάλληλα αποτελέσματα» τους, και αυτό ακριβώς τα χαρακτηρίζει σαν κοινωνικές δυνάμεις.
β) Επιπλέον, μπορούν να αποτελούν κοινωνικές δυνάμεις, ειδικές κατηγορίες, που καταλήγουν, σε μια συγκεκριμένη στιγμή, να έχουν «κατάλληλα αποτελέσματα», όπως τα έχουμε ορίσει, στο επίπεδο της πολιτικής πρακτικής, χωρίς ωστόσο να είναι τάξεις ούτε και μερίδες τάξεων».
Ο Νίκος Πουλαντζάς αναλύοντας την εμπροσθοβαρή κίνηση των κοινωνικών τάξεων και των μερίδων τους, προβαίνει σε μία σαφή κατηγοριοποίηση μεταξύ κοινωνικών τάξεων (και «αυτόνομων» μερίδων) και κοινωνικών δυνάμεων που λειτουργούν ως «ειδικές κατηγορίες» καθορισμού και επικαθορισμού του κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι. Το φοιτητικό-συλλογικό «υποκείμενο» άρθρωσε τις λειτουργίες «κοινωνικής δύναμης» που επηρέασε τους δομικούς όρους συγκρότησης του δικτατορικού καθεστώτος. Χωρίς να αποτελεί κοινωνική τάξη ούτε και μερίδα τάξης, προσέλαβε τα προσίδια χαρακτηριστικά της «κοινωνικής δύναμης», της κοινωνικής «ισχύος» που ήρε, εκείνη την «κρισιακή» στιγμή, τους όρους κοινωνικής νομιμοποίησης που είχε «αποκτήσει» η στρατιωτική δικτατορία.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου νοείται και ορίζεται ως εγκάρσια τομή που «επιτάχυνε» την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος, καθότι λειτούργησε ως «συσσωρευτής» και «επιταχυντής» της κοινωνικής οργής που κατευθύνθηκε ενάντια στο «μοντέλο» αυταρχικής διαχείρισης που είχε υιοθετήσει η στρατιωτική δικτατορία. Η κοινωνική δύναμη (φοιτητικό κίνημα) που έδρασε στο πεδίο του κοινωνικού, παρήγε μία «απονομιμοποιητική» και αντιηγεμονική ιδεολογία δράσης που συγκρότησε και ενεργοποίησε, εκείνη την στιγμή, το «υπόγειο» απόθεμα της εναντίωσης στο δικτατορικό καθεστώς. Το φοιτητικό κίνημα, ενσωματώνοντας λειτουργίες πολιτικού κόμματος, συνέβαλλε στην «από τα κάτω» συγκρότηση μίας κοινωνικής συμμαχίας η οποία έφερε ένα σαφές και ευδιάκριτο αντιδικτατορικό πρόσημο.
Το φοιτητικό κίνημα παρήγε τους όρους και τις προϋποθέσεις για την δομική μετατόπιση συγκεκριμένων κοινωνικών τάξεων προς το πεδίο του πολιτικού οικοδομήματος ή προς το «επίπεδο της πολιτικής πρακτικής», για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο του Νίκου Πουλαντζά. Η φοιτητική κοινωνική δύναμη νοηματοδότησε εκ νέου το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, παράγοντας ιδεολογία, εγκάρσιες τομές και ρήξεις. Η κοινωνική «νομιμοποίηση» που προσέφεραν στη δικτατορία συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και μερίδες τάξεων τέθηκε σε άμεσο κίνδυνο.
Το ζήτημα της κοινωνικής «ισχύος» που άντλησε το δικτατορικό καθεστώς είναι μεγάλο και σύνθετο. Η εκπροσώπηση και η συνάρθρωση ενός μέρους των κοινωνικών συμφερόντων ανατέθηκε στη στρατιωτική κυβέρνηση. Οι προσίδιες κοινωνικές συγκλήσεις που υπήρξαν παρήγαν τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αποκρυστάλλωση μίας «αυταρχικής ισχύος» που διεκδίκησε την επιβολή της εμπέδωσης (και εμβάθυνσης) μίας «αυταρχικής κανονικότητας» που ήρε την «ομαλή ροή» συγκρότησης του πολιτικού-κανονιστικού παιγνίου.
Η εκπροσώπηση και η συνάρθρωση συγκεκριμένων ταξικών συμφερόντων συγκρότησε το αυταρχικό-κανονιστικό πλαίσιο διακυβέρνησης. Η κατάλυση των συνταγματικών και δημοκρατικών ελευθεριών, με άλλα λόγια ο αυταρχισμός ως κανονιστική επιβολή ενός «προτύπου» διακυβέρνησης συμφύθηκε οργανικά με τα προσίδια και «φορτισμένα» συμφέροντα συγκεκριμένων κοινωνικών τάξεων. Η αυταρχική ιδεολογία ενσωμάτωσε οργανικά και «αρμονικά» το πλέγμα της απλής και άμεσης εξυπηρέτησης συμφερόντων, έχοντας ως «συγκολλητικό ιστό» την διαφθορά. Την διαφθορά όχι τόσο ως χρηματική εξαγορά και συναλλαγή, αλλά κύρια ως τρόπο ρύθμισης και οργάνωσης των κοινωνικών σχέσεων, εκεί που η κοινωνική νομιμοποίηση που προσέφεραν στη στρατιωτική δικτατορία συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και μερίδες τάξεων μετασχηματίστηκε στη μορφή του περιβόητου και περιώνυμου ‘βολέματος σε μία καλή-έμμισθη θέση’.
Αν για ένα τμήμα της μικροαστικής τάξης η διαφθορά συνέβαλλε στην ανασυγκρότηση της στο πεδίο του κοινωνικού, για τις διάφορες μερίδες του άρχοντος συνασπισμού εξουσίας η διαφθορά προσέλαβε τα χαρακτηριστικά της εξυπηρέτησης συμφερόντων υπό την διφυή μορφή ενός βραχυπρόθεσμου ανταγωνισμού και ενός όμως μακροπρόθεσμου συγκερασμού τους (των συμφερόντων μερίδων του αστικού συνασπισμού). Το φοιτητικό κίνημα-κοινωνική δύναμη ανασημασιοδότησε το πεδίο του κοινωνικού μεταφέροντας ταυτόχρονα κοινωνική «πίεση» και στο πολιτικό οικοδόμημα.
Η πλέρια αποκρυστάλλωση του όρισε και προσδιόρισε τον αστικό χώρο παράγοντας τις μορφές μίας δομικής απόκλισης στόχων, αιτημάτων, αξιών, ιδεολογίας και συμφερόντων. Η εναντίωση σε ένα στυγνό στρατιωτικό-δικτατορικό καθεστώς ήταν το κύριο σημαίνον. Σήμερα, 41 χρόνια μετά, στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον της «κρισιακής» εκφοράς, η εργατική και οι σύμμαχες τάξεις οφείλουν να αντλήσουν τα διδάγματα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Η μορφή ενός περιώνυμου «αυταρχικού κρατισμού» τείνει να προσλάβει τις «δάφνες» μίας προσίδιας «κανονικότητας».
Η σύμφυση ιδεολογικής-κατασταλτικής βίας έλαβε πλέρια και «ολική» μορφή την προηγούμενη εβδομάδα, όταν οι καταπιεστικοί μηχανισμοί του κράτους άσκησαν σωματική βία εναντίον φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών, «συμπληρώνοντας» και ενσωματώνοντας με αυτόν τον τρόπο την λεκτική-ιδεολογική βία που άσκησε ο πρωθυπουργός, ο οποίος αποκάλεσε «θρασίμια» τους φοιτητές που διαμαρτύρονταν ενάντια στο «νέο» κανονιστικό πλαίσιο που επιδιώκει να εγκιβωτίσει ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεόδωρος Φορτσάκης.
Η δομική αποκρυστάλλωση ενός περιώνυμου και «φορτισμένου» «αυταρχικού κρατισμού» τείνει να επικαλύψει και να «αποκόψει» από το πεδίο της τροφοδότησης και άντλησης κοινωνικής ισχύος τα «προπλάσματα» της εναντίωσης στην τρέχουσα διαχείριση των «ροών» της βαθιάς οικονομικής κρίσης. Όπως επισημαίνει η Αθηνά Αθανασίου, «σ’ αυτό το πλέγμα εξουσίας, κατέχουν καταστατική θέση η κρατική αυθαιρεσία και η καταστολή της κοινωνικής διαμαρτυρίας.
Η εντατικοποίηση του κοινωνικού ελέγχου, ο εκφοβισμός και η ολοένα επεκτεινόμενη επικράτεια της εκτελεστικής εξουσίας, με σκοπό την απρόσκοπτη ανακατανομή κεφαλαίων και αγαθών προς τα πάνω. Μέσω της κρίσης, εμπεδώνεται η μορφή του ύστερου καπιταλισμού που εμπεριέχει στοιχεία ολοκληρωτισμού και που ο Νίκος Πουλαντζάς αποκάλεσε «αυταρχικό κρατισμό».
Είναι απαραίτητη η ενεργοποίηση της εργατικής τάξης, των εργατικών συνδικάτων, ώστε η δημοκρατία να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά της συμπερίληψης (inclusiveness) και όχι εκείνα τα προσίδια χαρακτηριστικά της κρατικής-κατασταλτικής βίας και του αποκλεισμού. Και ο «αυταρχικός κρατισμός» τείνει να περιθωριοποιεί και να αποκλείει, ενεργώντας ως μορφή σύμφυτη με την «κρισιακή δημοκρατία του αποκλεισμού». 41 χρόνια μετά, η μνήμη είναι «ζώσα» και «ενεργή».