Αρχείο
-
Παρασκευή, 03 Απριλίου 2015
Του Σίμου Ανδρονίδη
Η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες Ευρωεκλογές επιβεβαίωσε μία τάση ανατροπής του τρόπου και της μορφής πρόσληψης του πολιτικού γίγνεσθαι.
Ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ) αναδύεται ως η πολιτική εκείνη συσσωμάτωση που αναδιατάσσει τα όρια δράσης του δεδομένου κομματικού-πολιτικού συστήματος. Οι πολλαπλές κοινωνικές-δομικές μετατοπίσεις, η προσίδια αποδυνάμωση της θέσης του μπλοκ των λαϊκών-κυριαρχούμενων τάξεων προκάλεσε ρήξεις και εγκάρσιες τομές στο πεδίο της κομματικής-πολιτικής κίνησης. Η κοινωνική κίνηση ενός σημαντικού τμήματος του λαϊκού-εργατικού μπλοκ αποκρυσταλλώθηκε στο πολιτικό οικοδόμημα, αναδεικνύοντας και ενισχύοντας το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που πλέον «ανασυγκροτείται» έχοντας ως βασικό και άμεσο στόχο την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας.
Σε αυτό το πλαίσιο ο ΣΥΡΙΖΑ προσέλαβε τη μορφή του κόμματος-επιταχυντή των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων, του κόμματος που επαναχαράζει τα όρια της κοινωνικής του απεύθυνσης και δραστηριοποίησης. Η επιφανειακή προσέγγιση του τύπου ‘το μικρό εκλογικά κόμμα του 4% που έγινε μεγάλο’ αγνοεί τις εγκάρσιες τομές και ρήξεις που προκλήθηκαν στο πεδίο του κοινωνικού, κάτι που συνέτεινε στον προσίδιο και δομικό «μετασχηματισμό» του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα-«ρήξη», σε κόμμα που υπερέβη την μορφή και τον τύπο των παγιωμένων κομματικών-πολιτικών στεγανών.
Το ενδεχόμενο της ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών και καθηκόντων από το κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς θέτει επί τάπητος το ζήτημα της δεδομένης πολιτικής και ιδεολογικής στρατηγικής του κόμματος. Το «ποιοτικό» περιεχόμενο και πρόσημο των πολιτικών που θα υιοθετήσει και θα εφαρμόσει μία πιθανή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δύναται να καθορίσει και να επικαθορίσει το κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Με αυτόν τον τρόπο, το κόμμα-«ρήξη» οφείλει να αποκρυσταλλωθεί στο κυβερνητικό επίπεδο, εκεί όπου οι ασκούμενες πολιτικές αφενός μεν «φιλτράρονται» και διαμεσολαβούνται στο πεδίο του κοινωνικού, αφετέρου δε διαμορφώνουν και ανανοηματοδοτούν το πλαίσιο δράσης των κοινωνικών τάξεων.
Και ακριβώς η κυβερνητική κίνηση του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να συμπεριλάβει και να ενσωματώσει οργανικά την μορφή του κόμματος-«ρήξη», ήτοι του κόμματος που αφουγκράζεται «ολικά» τις δεδομένες κοινωνικές ισορροπίες έχοντας ως στόχο όχι την δομική σύγκλιση με το προηγούμενο κυβερνητικό πράττειν, αλλά κύρια την πραγματοποίηση τομών και ρήξεων στο πεδίο της κοινωνικής «ολότητας». Ο απλοϊκός αναγωγισμός του τύπου, ‘ανάληψη κυβερνητικών καθηκόντων=διαχείριση, θα περιορίσει και θα «περιχαρακώσει» το «ποιοτικό» εύρος των ασκούμενων αριστερών κυβερνητικών πολιτικών.
Το αριστερό-ριζοσπαστικό κόμμα-«ρήξη» ορίζει και προσδιορίζει με σαφήνεια την πολιτική του τακτική και στρατηγική, «ξεδιπλώνοντας» σε κυβερνητικό επίπεδο αφενός μεν τον «μίτο» της αρχικής και αφετηριακής «από τα κάτω» συγκρότησης του, αφετέρου δε την εκπροσώπηση και την συνάρθρωση συγκεκριμένων κοινωνικών συμφερόντων. Προφανώς η διαχειριστική τέχνη του «κυβερνάν» δεν αποκλίνει το «ολικό» πεδίο δράσης και δραστηριοποίησης των κοινωνικών τάξεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως προσίδια μορφή ενός κόμματος-«ρήξη» οφείλει να συμβάλλει και να κινηθεί προς την κατεύθυνση πραγματοποίησης εγκάρσιων τομών και ρήξεων στα πεδία της κοινωνίας, της οικονομίας και της πολιτικής. Τα αποτελέσματα της πραγματοποίησης ρήξεων και τομών ορίζουν και προσδιορίζουν την αριστερή-ριζοσπαστική διακυβέρνηση προσδίδοντας τα χαρακτηριστικά μίας «ολικής» παρέμβασης με στόχο την αντιστροφή των τρεχουσών όρων διαχείρισης και ρύθμισης της βαθιάς οικονομικής κρίσης. Και οι συγκεκριμένες τομές «εγγίζουν» την άρθρωση και την δόμηση του κοινωνικού μπλοκ των λαϊκών-καταπιεσμένων τάξεων, αφαιρώντας ταυτόχρονα κοινωνική ισχύ και «ενέργεια» από το άρχον συγκρότημα εξουσίας.
Η οικονομική κρίση ως τρόπος μίας εκ νέου νοηματοδότησης του πεδίου του κοινωνικού δύναται να μετασχηματιστεί σε μία νέα «ποιοτική» δόμηση και ενίσχυση των κυριαρχούμενων τάξεων. Κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει την σαφή και συνεκτική «συγκρότηση» του αριστερού κόμματος-«ρήξη», που θα επιτελεί τα καθήκοντα του «ολικού» αναμορφωτή του κοινωνικού «όλου».
Η προσχώρηση του κόμματος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς στην λογική της κυβερνητικής-κρατικής σύγκλισης και διαχείρισης θα άρει το «συγκροτησιακό» υπόβαθρο μίας ριζοσπαστικής πολιτικής κίνησης που επεδίωξε και κατάφερε να γειωθεί μέσα στην κοινωνική δομή. Από τα πιο «μικρά» θέματα της πολιτικής μέχρι τα πιο «μεγάλα», ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να μετασχηματιστεί σε πολιτική ρήξη και εγκάρσια τομή που θα νοηματοδοτήσει εκ νέου το πλαίσιο ρύθμισης των «ροών» της οικονομικής κρίσης.
Το κόμμα-«ρήξη», το κόμμα-«τομή» ως κυβερνητική πρακτική οφείλει να συμφυθεί οργανικά με τα αιτήματα και τα συμφέροντα της εργατικής και των σύμμαχων τάξεων που καθημερινά «χάνουν» την δυνατότητα της ουσιαστικής παρέμβασης στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, ήτοι τον τρόπο ενός δομικού επικαθορισμού της τρέχουσας «κανονικότητας». Το αριστερό-ριζοσπαστικό κόμμα-«ρήξη» ανασυγκροτεί το ίδιο το κοινωνικό επίπεδο, καθώς και την μορφή και την ισχύ που συγκεντρώνουν οι κοινωνικές τάξεις. Το περιεχόμενο των ασκούμενων πολιτικών της Ριζοσπαστικής Αριστεράς οφείλει να είναι βαθιά «ρηξιακό», καθότι η δόμηση του με όρους κοινωνικής απόκλισης και «ασυνέχειας» δύναται να μεταβάλλει ριζικά την συγκεκριμένη «κρισιακή» εκφορά.
«Και αν αυτό είναι αληθές, (σ.σ: η δυνητική εξεγερσιακή κίνηση) τότε προκύπτει ευθέως ότι η αντιστροφή των συσχετισμών δύναμης συνδέεται με την ουσιαστική και συμβολική προβολή της στρατηγικής για αναδιανομή πλούτου, εισοδήματος και εξουσίας υπέρ των «από κάτω», ως προμετωπίδα για μια πολιτική ανατροπής των συσχετισμών δύναμης υπέρ της εργασίας, από μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Μόνο στη βάση μιας τέτοιας αναδιανομής αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο αλλά και οραματικό χαρακτήρα το οποιοδήποτε σχέδιο «παραγωγικής ανασυγκρότησης».
Η έννοια της κοινωνικής και πολιτικής ρήξης συγκροτεί και προσδιορίζει το πολιτικό «κύτταρο» που αποκαλείται ΣΥΡΙΖΑ.