Αρχείο
- Παρασκευή, 03 Απριλίου 2015
Η ΕΣΕΕ συμμετείχε και κατέθεσε τις προτάσεις της στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, σχετικά με το σχέδιο νόμου: «Σύσταση Εθνικού Ταμείου Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης». Σε μια περίοδο που ο δανεισμός είναι λιγότερος, δυσκολότερος και ακριβότερος, σε μια περίοδο που «μηδενίζεται» η πιστωτική επέκταση και συνεχίζεται η «αιμορραγία» στις ιδιωτικές επιχειρήσεις για να καλύψουν τρέχουσες και έκτακτες υποχρεώσεις, με αποτέλεσμα να οδηγούνται στην εξάντληση των αποθεματικών τους το ΕΤΕΑΝ καλείται να διαδραματίσει έναν πολύ σημαντικό ρόλο.
Η μετατροπή του ΤΕΜΠΜΕ σε ΕΤΕΑΝ είναι εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα. Κι αυτό γιατί η εύρυθμη λειτουργία του ΕΤΕΑΝ βασίζεται αποκλειστικά στη μεγάλη συμμετοχή του Χρηματοπιστωτικού τομέα και τη βούληση των τραπεζών για το πώς θα διαθέσουν τα επιδοτούμενα από την ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) κεφάλαια. Το φλέγον ζήτημα που αναδύεται είναι αυτό των κριτηρίων που θα ορισθούν από τα Χρηματοπιστωτικά ζητήματα και τα οποία θα πρέπει να τηρούνται από τις επιχειρήσεις, προκειμένου οι τελευταίες να γίνουν λήπτες των συγκεκριμένων επιδοτήσεων ? επιχορηγήσεων. Εύλογα λοιπόν τίθεται το ερώτημα εάν οι τράπεζες σκοπεύουν να διαθέσουν αξιοκρατικά τα παραπάνω ποσά ή εάν προσβλέπουν στην παρακράτησή τους για εξυπηρέτηση ιδίων συμφερόντων και αναγκών. Άλλωστε, η πρόσφατη εμπειρία της λειτουργίας του ΤΕΜΠΜΕ αποτελεί ένα άριστο παράδειγμα για τη σωρεία προβλημάτων που προκλήθηκαν, όσον αφορά τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, με κυριότερα όλων τη χρονοτριβή στην έγκριση δανείων, τα απαγορευτικά επιτόκια και την καθυστέρηση της απόδοσης χρημάτων από τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις στις δικαιούχες επιχειρήσεις. Συλλήβδην θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε πως το άμεσο ζητούμενο από την ίδρυση και λειτουργία του ΕΤΕΑΝ είναι η αποκατάσταση της ροής προς τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις και η τόνωση της αγοράς με τα απαραίτητα κεφάλαια.
Το ελληνικό εμπόριο υποδέχεται πάντα θετικά και με ενδιαφέρον κάθε νομοθετική πρωτοβουλία της Πολιτείας, η οποία αποσκοπεί στη στήριξη της επιχειρηματικότητας και για το λόγο αυτό θεωρεί ότι η πρόταση μετεξέλιξης του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΜΕ) σε Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (ΕΤΕΑΝ) αποτελεί δείγμα καλής πρόθεσης από την Κυβέρνηση, αρκεί να μην εμπλακεί και η πρωτοβουλία αυτή στα γρανάζια της ιδιότυπης χρηματοπιστωτικής γραφειοκρατίας, η οποία σε μεγάλο βαθμό μείωσε την αποτελεσματικότητα των μέχρι σήμερα παρεμβάσεων του ΤΕΜΠΜΕ. Η αποκτηθείσα εμπειρία από τις δράσεις του ΤΕΜΠΜΕ μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο οδηγό προς την Πολιτεία, ώστε να αποφευχθούν λάθη ή αστοχίες του παρελθόντος.
Η ΕΣΕΕ βρίσκεται σε συνεχή επαφή με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, τα αρμόδια υπουργεία και το ΤΕΜΠΜΕ και αναμένει την ταχύτερη μετεξέλιξη του ΤΕΜΠΜΕ σε ΕΤΕΑΝ, με στόχο τη συμβολή του στη βελτίωση της ρευστότητας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Σε αυτό το πλαίσιο υπογραμμίζουμε κάποια σημεία που θεωρούμε σημαντικά:
Τα 460 εκ. ευρώ που θα εκταμιευτούν από το ΕΣΠΑ είναι ένα μεγάλο πόσο που θα βελτιώσει την απορροφητικότητα των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Είναι επίσης σημαντικό αυτή η αρχική λογιστική απορρόφηση να μετατραπεί σύντομα και σε ουσιαστική για να καταλήξουν τα κονδύλια αυτά στην πραγματική οικονομία.
Πρέπει να υπάρξει απόλυτη διαφάνεια στην επιλογή των ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών φορέων που θα διαχειριστούν τα χρήματα αλλά και αυστηροί κανόνες διαχείρισης και διάθεσης των χρημάτων με σαφείς περιορισμούς στο ύψος των εξασφαλίσεων και επιτοκίων.
Πρέπει, επίσης, να υπάρξει συγκεκριμένη στοχοθέτηση επιχειρήσεων ώστε στην πράξη τα προγράμματα του ΕΤΕΑΝ να ωφελήσουν τη διαπραγματευτική ικανότητα μικρών επιχειρήσεων, που έχουν περιορισμένη πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα και να μην λειτουργήσουν ως περαιτέρω διασφάλιση των τραπεζών για τη χρηματοδότηση ήδη ασφαλών πελατών τους.
Επίσης, είναι σημαντικό να τεθούν και να γνωστοποιηθούν εκ των προτέρων στους ενδιαφερόμενους σαφή κριτήρια υπαγωγής των επιχειρήσεων στα προγράμματα του ΕΤΕΑΝ, ώστε η πιθανή απόρριψη να συνοδεύεται από συγκεκριμένη αιτιολογία.
Η βασική επιδίωξη της νομοθετικής πρωτοβουλίας είναι ? όπως αναφέρει το σχέδιο νόμου ? η ενίσχυση της δημιουργίας νέων επιχειρήσεων ιδίως από την νέα γενιά, η προώθηση δραστηριοτήτων και επιχειρήσεων ανταγωνιστικών στο διεθνές περιβάλλον και η ενίσχυση δημιουργίας και πώλησης προϊόντων της λεγόμενης νέας ζήτησης του 21ου αιώνα, τίθεται ένα βασικό λειτουργικό ερώτημα: Πώς θα αξιολογήσουν οι τράπεζες την βιωσιμότητα, την καινοτομία και τις προοπτικές ανάπτυξης και επέκτασης νέων και υπό σύσταση επιχειρήσεων που θα δημιουργηθούν από επιστήμονες της νέας γενιάς, καθώς μέχρι τώρα, αξιοποιούσαν κριτήρια που βασίζονταν μόνο σε χρηματοοικονομικούς δείκτες; Μήπως ο εγγυοδοτούμενος δανεισμός εκ μέρους τους θα προαπαιτεί επιχειρηματικό σχέδιο με προβλέψεις για τη βιωσιμότητα της επένδυσης που θα πραγματοποιηθεί μέσω του δανεισμού αυτού;
Μέχρι στιγμής, σε καμία από τις διαδικασίες που συμμετείχε το ΤΕΜΠΜΕ δεν υπήρξε έλεγχος σχετικά με τα πεπραγμένα του συμπράττοντος χρηματοπιστωτικού συστήματος. Δεν έχει γίνει γνωστό εάν καλώς ή κακώς εγκρίθηκαν τα δάνεια από τις τράπεζες και ότι τα ποσά καταναλώθηκαν όντως για την υλοποίηση των έργων, την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και την πρόσληψη προσωπικού και όχι απλά για μια ανάσα ρευστότητας του επιχειρηματία.
Οι επιλογές της ΕΣΕΕ που θα μπορούσαν να υιοθετηθούν για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος είναι οι εξής:
1. Αξιοποίηση του μοντέλου των ενδιάμεσων φορέων διαχείρισης (που εφαρμόζεται στα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα). Οι φορείς αυτοί, μη υπαγόμενοι στο δημόσιο τομέα, γνωρίζουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων, διαθέτουν εμπειρία και ευελιξία στη διαχείριση προγραμμάτων, και θα μπορούσαν να συμπράξουν με το ΕΤΕΑΝ ως φορείς διαχείρισης, τεχνικής βοήθειας αλλά και ως ελεγκτικά όργανα εκ μέρους του.
2. Το ΕΤΕΑΝ να μπορεί να αποφασίζει εκ των προτέρων και πριν την εμπλοκή της Τράπεζας, σχετικά με την παροχή εγγυοδοσίας για το δάνειο μελετώντας αντικειμενικά τους σκοπούς του, το φορέα που αιτείται και το επιχειρηματικό πλάνο που το συνοδεύει. Αυτό θα μπορούσε να συνοδεύεται από αυστηρά αλλά σαφή κριτήρια εγγυοδοσίας, καθώς και από προκαθορισμένη διαδικασία για την τραπεζική συμμετοχή, δημιουργώντας συνθήκες καλύτερης αντιμετώπισης του επιχειρηματία και περιορίζοντας έτσι την «παντοδυναμία» των τραπεζών, η οποία οδήγησε σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και σε αυθαίρετες αποφάσεις. Πράγματι στο κείμενο του νόμου μια βασική παράλειψη είναι η μη αναφορά κριτηρίων που θα ακολουθούνται από τα πιστωτικά ιδρύματα πριν την υποβολή για εγγυοδοσία των υποψήφιων επιχειρήσεων στο ΕΤΕΑΝ. Αυτό ήταν μεγάλο πρόβλημα και για το ΤΕΜΠΜΕ, καθώς κάθε τράπεζα εφαρμόζοντας τα δικά της κριτήρια σύμφωνα με την πολιτική της, έκανε «αυθαίρετες» επιλογές σχετικά με το ποιες αιτήσεις επιχειρήσεων θα προωθούνταν στο ΤΕΜΠΜΕ και ποιες όχι.
3. Πρόνοια αναφορικά με το μέγιστο επιτόκιο των εγγυοδοτουμένων δανείων του ΕΤΕΑΝ. Υπενθυμίζεται ότι όταν κάποιο πρόγραμμα εγγυοδοσίας προκηρύχθηκε από το ΤΕΜΠΜΕ και κατέληξε να έχει τελικό επιτόκιο κοντά στο 8% (με εγγυοδοσία του ΤΕΜΠΜΕ), την ίδια στιγμή υπήρχαν διαθέσιμα χρηματοπιστωτικά προϊόντα που με προσημείωση ακινήτου το επιτόκιο ως επισκευαστικό έφτανε ως το 5,5%, και κατά συνέπεια η μειωμένη ανταγωνιστικότητα της εγγυοδοσίας του ΤΕΜΠΜΕ ήταν δεδομένη.
4. Στελέχωση ΕΤΕΑΝ: Να αναζητηθούν, μέσω μετάταξης, από κάθε φορέα του Δημοσίου, έμπειρα στελέχη, εξοικειωμένα με τη δραστηριότητα του ΕΤΕΑΝ, δηλαδή σε θέματα venture capital, εταιρικών συμμετοχών και επιχειρηματικότητας, χωρίς τη στείρα τραπεζική λογική στην αντιμετώπιση των αιτήσεων βάσει κριτηρίων χρηματοπιστωτικού συστήματος, η οποία είναι τροχοπέδη στην υποστήριξη καινοτομιών και υλοποίησης επιχειρηματικών ιδεών.
5. Σύνταξη και εκπόνηση ειδικών μελετών, ερευνών αγοράς, επιχειρηματικών σχεδίων και εν γένει παροχή υπηρεσιών Συμβούλων. Το ETEAN είναι φορέας άσκησης πολιτικής με σαφείς άξονες ενδιαφέροντος, συνεπώς είναι ίσως εννοιολογικά και πρακτικά «ασυμβίβαστο» να έχει το ρόλο του Συμβούλου. Δεν είναι τόσο θεμιτό ένας οργανισμός που παρέχει χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και αποτελεί ομάδα ενδιαφέροντος στην άσκηση πολιτικής, να δρα και ως Πάροχος Συμβούλων για τις επιχειρήσεις.
6. Αποπληρωμή δανείων του προγράμματος του ΤΕΜΠΜΕ Α και Β φάσης με αύξηση της εγγύησης και επιδότησης επιτοκίων για δάνεια κεφαλαίου κίνησης, μέσω της σύνδεσής του με το ΕΤΕΑΝ. Στην Α? και Β? φάση συμμετείχαν συνολικά 57.000 επιχειρήσεις οι περισσότερες των οποίων σήμερα αδυνατούν να ανταποκριθούν στην καταβολή των δόσεων της τριετίας και ζητούν την παράταση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου τους έστω και εάν επωμιστούν ένα επιτόκιο της τάξης euribor +6%.
7. Το μέγιστο ποσό χρηματοδότησης να μην ξεπερνά το 100% του κύκλου εργασιών μιας επιχείρησης και μέχρι συγκεκριμένου ορίου ανά επιχείρηση.
8. Το ποσοστό εγγύησης να προσαυξάνεται εφόσον η έδρα μιας επιχείρησης είναι στην περιφέρεια.
9. Ο κανόνας de minimis να μην προσμετράται κατά την υποβολή αλλά κατά την έγκριση.
10. Όλες οι προσκλήσεις να είναι ανοιχτές μέχρι εξαντλήσεως του προϋπολογισμού ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να προγραμματίσουν την αξιοποίηση του θεσμού αυτού.
Το ΕΤΕΑΝ δεν είναι απλό Ταμείο αλλά δεν είναι και Τράπεζα. Είναι ένα χρηματοδοτικό ίδρυμα και αυτό που πρέπει να δούμε είναι ο πραγματικός ρόλος που θα παίξει στην στήριξη της πραγματικής οικονομίας. Η προοπτική είναι να διοχετεύσει 2,5 δις ευρώ μέσα στα επόμενα δύο χρόνια σε περίπου 25.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Από την επίδραση αυτών των παρεμβάσεων στην ενίσχυση της ρευστότητας της αγοράς θα καθοριστεί και η αποτελεσματικότητα αυτού του σύγχρονου χρηματοδοτικού εργαλείου.
Oi εγκρίσεις στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας για την Α? φάση του ΤΕΜΠΜΕ, αφορά το ποσό των
542.136.288.00? , ενώ για τη B? φάση το ποσό των 385.107.668.81?
Στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος αναφορικά με τον ιδιωτικό δανεισμό
Το σύνολο του ιδιωτικού δανεισμού στη χώρα μας έφθασε το 2010 τα 262 δις δηλαδή το 113% του ΑΕΠ.
Τα 128 δις από αυτά έχουν δανειστεί επιχειρήσεις, τα 16 δις ελεύθεροι επαγγελματίες και τα 118 δις νοικοκυριά. Το 2010 είχαν μια καθαρή αρνητική ροή δανεισμού των επιχειρήσεων κατά 553 εκ., ευρώ έναντι θετικής ροής 302 εκ. ευρώ το 2009.
Η πιστωτική επέκταση στον επιχειρηματικό ιδιωτικό τομέα κινείται σε αρνητικό έδαφος με την βιομηχανία -1,6%, το εμπόριο -1,5%, τις κατασκευές -1,4%, τις μεταφορές -1,4% και τη γεωργία ? 0,3%, ενώ με μειωμένο αλλά θετικό πρόσημο παραμένουν η ναυτιλία στο +7% και ο τουρισμός +3,8%.
Στα παραπάνω στοιχεία θα πρέπει να επισημάνουμε την μείωση των ιδιωτικών καταθέσεων, κατά περίπου 30 δις ή 2,5 δις μηνιαίως, αφού από τα 238 δις ιδιωτικών καταθέσεων τον Δεκέμβριο 2009, σήμερα οι καταθέσεις κυμαίνονται στα 208 δις.
Τέλος, υπολογίζεται ότι περίπου 78 δις αναγχρηματοδοτήθηκαν μέσα στο 2010, εκ των οποίων τα 34 δις ήταν επιχειρηματικά δάνεια, ενώ δεν πρέπει να αγνοήσουμε τα 26 δις των δανείων στο «κόκκινο» με τον κίνδυνο αύξησης στα 31 δισ. το 2011.