Πριν επισκεφθώ την ηρωική πόλη της Νάουσας, κάνω μια στάση στον Άγιο Νικόλαο, 4 χλμ. μακριά, σε ένα άλσος που όμοιο του δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Παιδιά να τρέχουν, μεγάλοι να γυμνάζονται και παντρεμένα ζευγάρια να φωτογραφίζονται μετά το γάμο τους μέσα σε 60 στρέμματα από πλατάνια, νερά, λίμνες και ρυάκια. Με την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Τοπίο μοναδικό και αφού περπατώ ανάμεσα στις λίμνες και βλέπω το ξενοδοχείο Βέρμιο κλειστό να περιμένει να ανοίξει ξανά, φεύγω πίσω για τη Νάουσα, βλέποντας τις πινακίδες για τα δύο χιονοδρομικά κέντρα, Σέλι και 3-5 πηγάδια, γνωστά για τις χειμωνιάτικες εξορμήσεις για σκι.
Αρχίζω την περιήγησή μου στην πόλη από τους Στουμπάνους και το Μνημείο Θυσίας, με τη μάνα και τα δύο της παιδιά, δηλώνοντας πως η Νάουσα είναι μαρτυρική και ηρωική πόλη για το έθνος μας και έχοντας θέα όλη τη Νάουσα, κατεβαίνω προς τους καταρράκτες της Αράπιτσας και τα αφρισμένα νερά της, εκεί όπου κάποτε οι Ναουσαίες προκειμένου να μην παραδοθούν έπεσαν μαζί με τα παιδιά τους στα ορμητικά νερά. Στους Στουμπάνους και στη γέφυρα Παπαγιάννη. Η βοή των ορμητικών νερών πάνω στη ξύλινη γέφυρα, σε κάνει να αισθάνεσαι ότι η φύση τελικά είναι αυτή που διαφοροποιεί μια πόλη από άλλες και αυτή είναι η Νάουσα, αφού το νερό κάποτε την έκανε να την αποκαλούν το «Μάντσεστερ των Βαλκανίων» κατά τον 19ο αι, με την άνθηση της κλωστοϋφαντουργίας, όπως το εργοστάσιο Λόγγου - Κύρτση – Τουρπάλη και η Βέτλανς. Σήμερα τα παλαιά βιομηχανικού τύπου κτίρια στην είσοδο της πόλης έχουν μεταβληθεί σε πολυχώρους πολιτισμού, Λαναρά και Βέτλανς. Ενώ στην είσοδο της πόλης διακρίνεις και τον υδροτροχό του Αγίου Γεωργίου.
Αφήνω το αυτοκίνητο στον Άγιο Μηνά και περπατώ προς τα κάτω. Περνάω από το Μουσείο Οίνου και Αμπέλου της οικογένειας Μπουτάρη, ένα αναπαλαιωμένο πέτρινο κτίριο που σου δείχνει την ιστορία του κρασιού και τη σύνδεσή του με την πόλη και πιο κάτω ο Άγιος Γεώργιος με το εντυπωσιακό καμπαναριό του 19ου αιώνα. Πάω προς το Δημοτικό Πάρκο, μπαίνω από την πέτρινη Καμάρα, βλέπω τα αγάλματα και περπατώ κατά μήκος της διαδρομής και μετά ανάμεσα στα καφέ και τα εστιατόρια, με νέο κόσμο στα νυχτερινά στέκια της πόλης.
Ανεβαίνω με τα πόδια προς το δημαρχείο και θαυμάζω απέναντι τον Πύργο του Ρολογιού του 1895, τα σπίτια στα Αλώνια, στην Πουλιάνα και στα Μπατάνια, με τα ανηφορικά δρομάκια, τα αρχοντικά και πιο κάτω την πλατεία με τα εστιατόρια και γύρω τους εμπορικούς δρόμους με τα καταστήματα της πόλης.
Βράδιαζε και έπρεπε να αναχωρήσω , αφήνοντας για την επόμενη φορά την επίσκεψή μου στις Απόκριες (Γενίτσαροι και Μπούλες), στον διατηρητέο πύργο (κούλα), με την αιωνόβια δρυ, το σήμα κατατεθέν του Κτήματος Κυρ Γιάννη και να γευτώ ξανά το ξινόμαυρο, το φημισμένο μαύρο κρασί της, το μπρούσκο, σε κάποιο από τα φημισμένα οινοποιεία της Νάουσας, στην πόλη του οίνου και της αμπέλου, που ο Ηρόδοτος τοποθέτησε εκεί ότι βρίσκονταν οι Κήποι του Μίδα.
*Ο Νεκτάριος Καλαντζής είναι Οικονομολόγος, Κοινωνιολόγος, Δημοτικός Σύμβουλος του Δήμου Παλλήνης