Γυρνάει ο μύλος.
Τ’ αλεύρι θα γενεί.
Το νεράκι λιγοστό.
Αγκομαχάει ο μύλος.
Μέχρι που στέρεψε
κι ο μύλος τέλεψε.
Καινούργια δύναμη
τον μύλο μας κινεί.
Είναι ο κυρ Μέντιος.
Σκυφτός και μόνος.
Είναι ο αλέτης όνος.
Η διαδρομή μια σπιθαμή
γύρω απ’ την πέτρα.
Η εικόνα πάντα η ίδια.
Τη φυλακή σου μέτρα.
Σταμάτα-ξεκίνα.
Πόσες φορές ακόμα;
Είναι κοντά στο τέλος,
δεν είν’ αυγή το γιόμα.
Πόσες φορές ακόμα,
θα ξεκινήσει απ’ την αρχή
και πόσα «τέλος» θα μετρήσει,
σκυφτός πάνω στη γη;
Διψάει, πεινάει, αγκομαχεί,
δεν ήρθε η ώρα ακόμα.
Θα περιμένει για πολύ,
για μια μπουκιά στο στόμα.
Τα πόδια άλλο δε βαστούν,
τα γόνατα λυγίζουν,
ο γαϊδαράκος έφεξε,
σκοντάφτει, άλλο δεν κρατούν.
Βλέπει το τέλος να ‘ρχεται.
Τι λυτρωμός, η ώρα να σκολάσει.
Για πάντα να ξεκουραστεί.
Τα όρνια η σάρκα να χορτάσει.
Γιώργος Πολάκης