Κυριακή πρωί και μία ακόμα αποστολή ετοιμάζεται , ξύπνημα στις 4:20 π.μ και ραντεβού με τους δύο ακόμα της ομάδας στις 5.25 π.μ. . Αναχώρηση από Νάουσα στις 5:30 π.μ.
Η συνέπεια πλέον είναι κάτι αυτονόητο ,όπως και η εμπιστοσύνη του ενός για τον άλλο. Στόχος δύο Νομοί , ένα Βουνό , ένα οχυρό , δύο λίμνες , δύο καταρράκτες και τρία μνημεία του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου , 450 οδικά χιλιόμετρα , 24 πεζοπορικά και άπειρες εικόνες , πολλές από τις οποίες είναι ιστορία , δική μας ιστορία μαζί με γεωγραφία , εντομολογία , φυτολογία όλα με την καλύτερη παρέα , χωρίς έριδες , εντάσεις και προστριβές και πάντα με την ακόρεστη επιθυμία να δούμε όσα μπορούμε , να χαρούμε την ημέρα , να κάνουμε απόσβεση στο δώρο της στιγμής που δεν ξέρεις για πόσο θα το έχεις…
7.30 π.μ. η πινακίδα δείχνει ότι μπαίνουμε στα Άνω Πορόϊα , παίρνουμε τον χωματόδρομο για το «Μάβι Γκιόλ» και μετά από 5 χιλιόμετρα βλέπουμε την πινακίδα για το οχυρό Π8 και το πολυβολείο του λοχία Ίτσιου στην Ομορφοπλαγιά , δευτερεύοντας δρόμος και το Sportage πολεμά με την λάσπη , τα νερά , τα πεσμένα κλαδιά και τις λακκούβες.
Η απόφαση δεν αργεί να ληφθεί , ώρα για πεζοπορία .Μποτάκια , μπατόν , σακίδια και πάμε.
Δασοσκεπής διαδρομή με γλυκιά σχετικά ανάβαση , ρέματα , καταρράκτες, οχυρωματικά έργα και απόλυτη ηρεμία .
Μπέλλες ή Κερκίνη ένα βουνό , ένας ακόμα μύθος με ανθρώπους αντρειωμένους σαν αυτούς που στο σχολείο σε Εθνικές γιορτές θελήσαμε να μοιάσουμε… Το GPS δείχνει 1380 μέτρα υψόμετρο και το οχυρό Π8 ορθώνεται μπροστά μας , ένα φυσικό μπαλκόνι του Μπέλλες προς το εσωτερικό και την λίμνη Κερκίνη , τα πόδια τρέμουν , τα μάτια ανιχνεύουν και η καρδιά ανεβάζει παλμούς « Του Αντριωμένου ο Θάναντος , Θάνατος δεν λογιέται» , ήρθε η ώρα λοιπόν να συναντήσουμε την ιστορία και το πολυβολείο του ηρωϊκού Λοχία Ίτσιου.
Νατο λοιπόν μπροστά μας , τόσο μικρό και όμως τόσο τεράστιο , ένα διαμάντι στην Ελληνική Ιστορία , ένας πόντος ύψους για κάθε ¨Έλληνα. Ο όρος Παράστημα με επεξήγηση : Λοχίας Ίτσιος ο στρατιώτης που αντάμωσε στον παράδεισο με τον Λεωνίδα .
Μετά λοιπόν την αυθόρμητη σιγή και το σεβασμό στον χώρο με τα ορύγματα και τα πολυβολεία , ήρθε η ώρα για κορυφή , η ατελείωτες εικόνες, πότε του δάσους , πότε της λίμνης και των χωριών γύρω της αλλά και οι σκέψεις για τα όσα έγιναν στο παρελθόν κάνουν το χρόνο να περάσει γρήγορα μέχρι το Ορειβατικό καταφύγιο στα 1777 μέτρα. Η κορυφή μας περιμένει τριγυρισμένη από συρματοπλέγματα και οχυρωματικά έργα . Καρτάλι ή Καρτάλ Τας ( από το Τούρκικο Καρτάλ που σημαίνει Γεράκι) στα 1816 μέτρα. Απέναντι μας το τριεθνές, μιας και το βουνό χωρίζει την Ελλάδα από τα Σκόπια και την Βουλγαρία (45% Ελληνικό , 35% Σκοπιανό και 20% Βουλγάρικο ). Υπερυψωμένες σκοπιές , τρύπες και ορύγματα, οι χαρακτηριστικές πυραμίδες και δύο απέναντι χώρες με βίους παράλληλους και όμως τόσο διαφορετικούς από τον δικό μας. Ο αέρας της ελευθερίας φυσά ακόμα εκεί ψηλά στην «Καλαμπάκα» και η ψηλότερη κορυφή το «Ράντομιρ» γοητεύει το βλέμμα μας .
Μια ματιά στην Βουλγαρία μπροστά μας και χιλιόμετρα επιστροφής για το αμάξι , σε έναν τόπο με τόσες πεταλούδες σαν τις ψυχές που πήρε στο παρελθόν για να ποτίσουν το δέντρο της λευτεριάς ,αυτό που εμείς οι νεοέλληνες αφήσαμε να στεγνώσει.
Αφού λοιπόν είδαμε την γη από ψηλά ήρθε η ώρα να δούμε και το βουνό από τον κάμπο και την Κερκίνη , ένα βουνό που από κάποιους θεωρείται προέκταση του Όρβηλου .
Ταξιδιού συνέχεια λοιπόν και αφού περνάμε από το Άγκιστρο το βουνό που συνορεύει με το Μπέλλες με τον ποταμό Στρυμώνα να κυλαει ανάμεσα τους στο πιο οχυρωμένο σημείο της Ελλάδας, με τα οχυρά του ΙστίΜπεη ,του Ρούπελ και όλη την Γραμμή Μεταξά να αναπτύσσεται πάνω και κάτω από την Γη, με στοές χιλιομέτρων. 55 χιλιόμετρα μετά στην σκιά του Λαϊλιά το χωριό Καπνόφυτο και λίγο έξω από το χωριό οι περίφημοι καταρράκτες του ,σε ένα φαράγγι με αισθητική που μόνο η φύση ξέρει να δώσει . Ανάσα δροσιάς και πάλι στον δρόμο , στάση στο μικρό εκκλησάκι με τις σπηλιές και στον δεύτερο καταρράκτη που είχαμε στόχο , και βουρ για το χωριό Μανδράκι και την λίμνη Κερκίνη .
Η λίμνη λοιπόν έχει το δεύτερο όνομα του βουνού , όχι άδικα αφού ο αντικατοπτρισμός του είναι συνεχής στα νερά της , νερά ζωογόνα τόσο για την φύση όσο και για τον άνθρωπο αλλά και τον Βούβαλο που κάνει αισθητή την παρουσία του στην παραλίμνια ζώνη.
Λιμνών συνέχεια λοιπόν ,με το ταξίδι και την εναλλαγή εικόνων να γίνεται συνήθεια στην κούρσα να προλάβουμε το τελευταίο φως της ημέρας.
Δοϊράνη, άλλη μία ακριτοπούλα , με τα νεκρά δέντρα στην όχθη της και τις πλάβες παρέα με τους Τσικνιάδες και τα φλαμίνγκο . Το αχνό φώς και το παιχνίδισμα των νερών γοητεύει το βλέμμα την απογευματινή ώρα , το μάτι ηρεμεί και ταξιδεύει χωρίς να γνωρίζει σύνορα . Αυτά που είναι τώρα σε απόσταση αναπνοής , χωρίς όμως αγωνίες και ανασφάλεια , σε μια χρονική στιγμή που όλα δείχνουν ήσυχα και την πείνα για εδαφικές διεκδικήσεις και πόλεμο θυμίζουν το Αγγλικό και το Ελληνικό Στρατιωτικό νεκροταφείο καθώς και ο Οβελίσκος στον λόφο πάνω μας .
Στοιχισμένοι λοιπόν οι τάφοι στο τεράστιο Αγγλικό νεκροταφείο , μετρημένοι με το εκατοστό και με την πειθαρχία που αρμόζει στον στρατιωτικό , σε έναν κήπο ηρεμίας που κανείς δεν ποθεί ή πόθησε , νεκρικής ηρεμίας που ήταν η κατάληξη της έντασης μίας από τις μεγαλύτερες μάχες του πρώτου παγκοσμίου πολέμου , την «μάχη της Δοϊράνης».
Απολογισμός περίπου 8.000 Βρετανοί και Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί από την μία μεριά και 2750 Βούλγαροι από την άλλη . Έντεκα χιλιάδες κορμιά ανάμεσα σε θραύσματα από οβίδες σε συρματοπλέγματα και σε ορύγματα . Έντεκα χιλιάδες ιστορίες μιας ζωής χωρίς συνέχεια , μιας οικογένειας χωρίς πατέρα , μιας μάνας χωρίς γιό. Και πάνω από όλα αυτά στην κορυφή του λόφου ,το μνημείο με τον οβελίσκο και τους λέοντες προστάτες των ψυχών , προειδοποίηση στην ανθρώπινη τρέλα και ματαιοδοξία .
Ένα ταξίδι ακόμα λοιπόν έφτασε στο τέλος του , ταξίδι ανάμεσα στην περηφάνια των βουνών , στην απεραντοσύνη της Ελληνικής ψυχής αλλά του αρρωστημένου ανθρώπινου νου , και εμείς τρείς φίλοι , σπουδαστές της ζωής που έχουμε την τύχη να σχεδιάσουμε ένα ακόμα ταξίδι και την χαρά της επιστροφής στην Ιθάκη μας.
Κείμενο : Γιώργος Καισαρίδης
Συνοδοιπόροι οι : Κώστας Μάϊνος και Θωμάς Μητσκόπουλος