Η λεκτική-επικοινωνιακή εμβάπτιση της τρόικας, η μετονομασία της σε θεσμούς, δεν θεωρούμε ότι συμβάλλει στο μείζον διαπραγματευτικό παίγνιο που πρέπει να είναι η υπεράσπιση των συμφερόντων του μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων. Οι επικοινωνιακές πομφόλυγες αφίστανται των προσίδιων κοινωνικών πιέσεων, δεν συμβάλλουν στην ανάλυση του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι, ενώ, την ίδια στιγμή ουδετεροποιούν το ήδη φορτισμένο και βεβαρημένο διαπραγματευτικό παίγνιο.
Ήδη έχουν αρχίσει να διαφαίνονται οι πρώτες πολιτικές υποχωρήσεις που κατά την κυβέρνηση εντάσσονται στο πλαίσιο της έντιμης πολιτικής συμφωνίας-πακέτο με τους δανειστές: 1. η αναγκαιότητα μείωσης του υπέρογκου δημόσιου χρέους έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες. Όλη την προηγούμενη πολιτική περίοδο το κόμμα του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς είχε αναγάγει σε προμετωπίδα της πολιτικής του δράσης ακριβώς την αναγκαιότητα μείωσης του δημόσιου χρέους, 2. η κυβέρνηση 'πολιτικοποιεί' την διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων, αναζητώντας εκείνες τις εγκάρσιες τομές που θα συντείνουν στην ανάδειξη της ωφέλειας των ιδιωτικοποιήσεων: σε αυτό το πλαίσιο, προκρίνονται οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η μίσθωση και ενοικίαση της γης, καθώς και η συνεκμετάλλευση στρατηγικών τομέων μείζονος σημασίας για την παραγωγική και οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας. Έτσι, συμβαίνει το εξής πολιτικό παράδοξο: αποπολιτικοποιείται και αποϊδεολογικοποιείται η ίδια η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων από την κυβέρνηση της Αριστεράς. Η καθολική υπεράσπιση του δημόσιου πλούτου δεν φαίνεται να περιλαμβάνεται στα διαπραγματευτικά προτάγματα που έχει θέσει η κυβέρνηση.
Το διαπραγματευτικό πλαίσιο και παίγνιο είναι εξ ορισμού σκληρό και βαθιά πολιτικό. Σε κάθε βήμα του περιλαμβάνει πολιτικές τομές και ιδεολογικές στάσεις, που αποτυπώνουν την στρατηγική στόχευση των αντιτιθέμενων πλευρών. Θεωρούμε πως μία πολύμηνη διαπραγματευτική διαδικασία πόρρω απέχει από την ολική της αποκρυστάλλωση στο πεδίο του κοινωνικού. Οι συνέπειες της θα αρχίσουν να διαφαίνονται σταδιακά.
Πρώτιστο διαπραγματευτικό μέλημα μίας κυβέρνησης της Αριστεράς οφείλει να είναι η συνάρθρωση του ιδεολογικού και προγραμματικού ριζοσπαστισμού με την υπεράσπιση συγκεκριμένων κοινωνικών συμφερόντων, ήτοι των συμφερόντων των υποτελών τάξεων που βιώνουν τις συνέπειες από την ταξική διαχείριση των ροών της βαθιάς οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης. Η συγκεκριμένη συνάρθρωση δύναται να αναδιαμορφώσει το ολικό πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, μετατοπίζοντας κοινωνική και πολιτική πίεση προς την πλευρά των δανειστών. Μία στρατηγική λαϊκής ανάταξης περιλαμβάνει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης όλα τα σενάρια. Η έντιμη συμφωνία-πακέτο που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση αρχίζει να αποκτά τα χαρακτηριστικά μίας πολιτικής συνέχειας με τις συμφωνίες που είχαν συνάψει οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Κι είναι ακριβώς αυτός ο κύκλος που πρέπει να 'σπάσει'.
Σε αυτή την περίπτωση είναι θεμελιακός ο ρόλος του κόμματος, το οποίο γειώνει κοινωνικές στάσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης.
Το κόμμα-συλλογικός διανοούμενος εκκινεί από εκεί που σταματά η κυβέρνηση: από την πλέρια ανάλυση του συσχετισμού δύναμης, του δείκτη ιμπεριαλιστικής ισχύος, και του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι. Η στόχευση της διαπραγμάτευσης οφείλει να είναι συγκεκριμένη, λαϊκή και πολιτική, και όχι λεκτική-επικοινωνιακή. Στην λεκτική-επικοινωνιακή διαχείριση της κρίσης και της διαπραγμάτευσης έχει συμβάλλει και ο κυβερνητικός εταίρος, το κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης είναι ήδη φορτισμένο πολιτικά.