Αρχείο

 
Του Σίμου Ανδρονίδη
 
«Μη σπάζεις ξαφνικά τον κλώνο, μην Ελπίζεις να’ βρεις Το άσπρο ελάφι πίσω απ’ τ’ άσπρο φρέαρ. Κοίτα λοξά, όχι για δόρυ, μην προφέρεις Ξόρκια παλιά. Να κοιμηθούν. «Βυθίσου απαλά, μα όχι βαθιά» Ύψωσε τα μάτια σου Όπου οι δρόμοι βυθούν κι όπου οι δρόμοι ανεβαίνουν Εκεί μονάχα ζήτησε Που το γκρίζο φως τον πράσινο αέρα σμίγει Το εξωκλήσι του ερημίτη, του προσκυνητή την προσευχή». (Τόμας Έλιοτ, ‘ΙΙΙ. USK’).;
Οι διαδηλώσεις που πραγματοποιούνται στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της χώρας τις τελευταίες ημέρες έχουν ονομαστεί ‘ανάσα αξιοπρέπειας’. Μάλιστα, πολλές συγκεντρώσεις έχουν διεξαχθεί και σε αρκετές πόλεις της Ευρώπης. Ουσιαστικά οι διαδηλωτές εκφράζουν την στήριξη τους προς τις διαπραγματευτικές προσπάθειες της κυβέρνησης του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (και των Ανεξαρτήτων Ελλήνων). Όσο το διαπραγματευτικό παίγνιο «βαθαίνει» τόσο περισσότερο θα αποκρυσταλλώνεται στο πεδίο του κοινωνικού μία μορφή λαϊκής «πίεσης» προς την πλευρά των Ευρωπαίων «εταίρων». Οι συγκεντρωμένοι στην πλατεία Συντάγματος και σε άλλες πλατείες της χώρας διατρανώνουν την αντίθεση τους στις πολιτικές της σκληρής δημοσιονομικής λιτότητας που εφαρμόστηκαν στη χώρα όλο το προηγούμενο διάστημα. 
Οι Μνημονιακές πολιτικές διαχείρισης της βαθιάς και οξυμμένης οικονομικής κρίσης λειτούργησαν και «έδρασαν» ως «εργαλείο» συσσώρευσης και συγκέντρωσης πλούτου προς την πλευρά του άρχοντος αστικού συγκροτήματος εξουσίας. Το Μνημόνιο λειτούργησε ως μία εγκάρσια (κοινωνική & οικονομική) τομή, η οποία συνέβαλλε στην «εγκιβώτιση» και στην αποκρυστάλλωσης μίας «νέας» κοινωνικής «κανονικότητας». Οι δομικές μεταβολές που επήλθαν στην ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας ήραν το πλαίσιο της κοινωνικής αναπαραγωγής των λαϊκών τάξεων. 
Άρα, οι συγκεκριμένες διαδηλώσεις αποτελούν και μία πιο άμεση και «ευθύγραμμη» αποτύπωση του εκλογικού αποτελέσματος της 25ης Ιανουαρίου 2015. Η προσίδια «συνέχεια» και συσχέτιση μεταξύ εκλογικού αποτελέσματος και των διαδηλώσεων ‘αξιοπρέπειας’ κινείται ακριβώς πάνω στον άξονα της απόρριψης των πολιτικών λιτότητας και δημοσιονομικής πειθαρχίας. Τα αιτήματα που εκφράζονται και που ακούγονται συμπυκνώνονται στη λέξη-νόημα ‘αξιοπρέπεια’. 
Έτσι, η έννοια της ‘αξιοπρέπειας’ (dignity) «μετασχηματίζεται» σε ένα άμεσο πολιτικό σημαίνον δραστηριοποίησης το οποίο δεν «επικαλύπτει» αλλά νοηματοδοτεί τα υπόλοιπα αιτήματα. Για το πλήθος που διαδηλώνει, η έννοια της ‘αξιοπρέπειας’ ανασυγκροτεί ή δύναται να ανασυγκροτήσει το πλέγμα της «χαμένης» ζωής, εκεί όπου η Μνημονιακή διαχείριση της οικονομικής κρίσης  «αποϋποκειμενοποίησε» το όλον των λαϊκών-κυριαρχούμενων τάξεων. 
Ο Τάσος Κωστόπουλος αναφέρει πως «ελάχιστος κοινός παρονομαστής του ετερόκλητου πλήθους που κατεβαίνει στο πεζοδρόμιο για να υπερασπιστεί την πρώτη ύστερα από μια πενταετία χαραμάδα ελπίδας για μια καλύτερη ζωή, αναδεικνύεται η διάχυτη πεποίθηση πως η μνημονιακή πολιτική της διαρκούς υποβάθμισης της μισθωτής εργασίας, της συρρίκνωσης των συντάξεων και της βίαιης εκκαθάρισης των μικροαστικών στρωμάτων προς όφελος του τραπεζικού και του μεγάλου εν γένει κεφαλαίου έχει φτάσει πια σε οριακό σημείο».  
O Τάσος Κωστόπουλος προσδίδει ταξικά χαρακτηριστικά στις διαδηλώσεις ‘αξιοπρέπειας’, θεωρώντας ουσιαστικά πως αποτελούν μία πρώτη μετεκλογική «ταξική» απάντηση σε εκείνες τις Μνημονιακές πολιτικές που συνέβαλλαν στη δημιουργία κοινωνικών, οικονομικών και εισοδηματικών χασμάτων.  Τα «αιτήματα» της πλατείας εντάσσονται κύρια σε ένα πλαίσιο ενίσχυσης της διαπραγματευτικής ισχύος και «δύναμης» της κυβέρνησης. 
Η «ταξικότητα» των διαδηλώσεων ενυπάρχει σε επιμέρους αιτήματα και στόχους, χωρίς όμως αυτά τα αιτήματα να συγκροτούν μία σαφή «υλικότητα» δράσης των κυριαρχούμενων τάξεων και κύρια της εργατικής τάξης. Οι ίδιες οι διαδηλώσεις πρέπει να προσλάβουν την μορφή της «πίεσης» προς την κυβέρνηση, με στόχο την υλοποίηση  βασικών προεκλογικών δεσμεύσεων. Η ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης κατέδειξε ότι κάποιες βασικές προγραμματικές πτυχές θα υλοποιηθούν σε βάθος χρόνο, ήτοι σε ορίζοντα διετίας και τριετίας. 
Η σταδιακή εκδίπλωση» των προγραμματικών στόχων και κατευθύνσεων σε βάθος χρόνου ουσιαστικά δεν συμβάλλεις προς την κατεύθυνση της άμεσης αντιμετώπισης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι «δρώντες παράγοντες της παραγωγής». Με αυτόν τον τρόπο, η ίδια η διαδικασία της προσίδιας άρσης της κοινωνικής και οικονομικής Μνημονιακής «κανονικότητας» μετατίθεται σε βάθος χρόνου. Η «υλικότητα» των συγκεκριμένων και φορτισμένων κοινωνικών-ταξικών συμφερόντων υποχωρεί μπροστά στη λογική της σταδιακής τους «περιοδικότητας».   
Οι συγκεντρωμένοι των πλατειών  οφείλουν να πιέσουν προς την κατεύθυνση της άμεσης υλοποίησης των βασικών προεκλογικών δεσμεύσεων της κυβέρνησης. Το πλήθος οφείλει να μετασχηματιστεί σε πολιτική οντότητα πίεσης της κυβέρνησης και τονισμού των λαθών και των παραλείψεων της. 
Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Κώστας Δουζίνας: «Η πολιτική, σε αντίθεση μ’ αυτό που ο Ρανσιέρ ονομάζει αστυνομία («police» από το πόλις, η ρουτινιέρικη άσκηση της πολιτικής), ασκείται όταν ένα πλήθος αποκλεισμένων (δήμος, γυναίκες, εργάτες, μετανάστες, τσιγγάνοι, άνεργοι, νέοι) εμφανίζεται ως αντιπρόσωπος του καθολικού».  Η εργατική οντότητα δύναται να εκφράσει το όλον της πολιτικής και του πολιτικού παιγνίου.